Το θέμα των αυτοκτονιών ανάμεσα στους νέους και ειδικά σε δύσκολες περιόδους όπως αυτές που διανύουν τα τελευταία χρόνια όλες οι χώρες της Ευρώπης, μπήκε στο μικροσκόπιο των επιστημόνων, οι οποίοι προσπάθησαν να απαντήσουν στο μεγάλο ερώτημα, αν αυτές μπορούν να προβλεφθούν.
Δανοί επιστήμονες μελέτησαν για πάνω από 15 χρόνια νέους ηλικίας 10-21 ετών για να δουν από πού πηγάζουν οι παράγοντες επικινδυνότητας για αυτοκτονικές τάσεις. Συγκεκριμένα μελέτησαν 24.850 νέους και διαπίστωσαν, ότι σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται ένα ιστορικό ψυχικής ασθένειας που μπορεί να αφορά το ίδιο το παιδί ή κάποιον οικείο του, ενώ στους παράγοντες υψηλού κινδύνου καταγράφονται τα διαζύγια στην οικογένεια και η οικονομική δυσχέρεια.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, η ύπαρξη κάποιας ψυχικής ασθένειας του ίδιου του παιδιού το καθιστούσε σοβαρά υποψήφιο για αυτοκτονία, ενώ η πιθανή ψυχική ασθένεια σε κάποιο από τα αδέλφια του επίσης επηρέαζε το παιδί σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό. Παρατηρήθηκε δε, πως το παιδί ενός αυτόχειρα γονέα είχε και αυτό πολύ μεγάλο κίνδυνο να προβεί στην ίδια απονενοημένη πράξη.
Επιπλέον, οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι η κακή λειτουργία μέσα σε μια οικογένεια, δηλαδή, τα οικονομικά προβλήματα, το χαμηλό επίπεδο μόρφωσης και το διαζύγιο των γονιών παίζουν ρόλο στην τάση του παιδιού για αυτοκτονία, όχι όμως τόσο σημαντικό όσο τα προηγούμενα.
Οι επιστήμονες κατέληξαν ότι θα βοηθήσει πολύ στη μείωση των εκδηλώσεων αυτοκτονιών η έγκαιρη διάγνωση των όποιων ψυχικών ασθενειών έχει το παιδί. Η καλύτερη αντιμετώπιση όπως λένε, είναι η ανίχνευση και αναγνώριση τη ψυχικής ασθένειας και η άμεση αντιμετώπιση της, κάτι που θα καταπολεμήσει τη μάστιγα των αυτοκτονιών στους νέους.