Επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ στη Βρετανία δοκίμασαν με επιτυχία ένα τεχνητό πάγκρεας που προορίζεται για χρήση από ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
Η συσκευή, που βασίζεται σε έναν ειδικό αλγόριθμο, διπλασίασε – σε σχέση με τη συνήθη θεραπεία – το χρονικό διάστημα που το σάκχαρο των ασθενών παραμένει εντός των επιθυμητών ορίων, ενώ μείωσε αντίστοιχα στο μισό τον χρόνο που οι ασθενείς εμφανίζουν υψηλά επίπεδα σακχάρου (γλυκόζης).
Περίπου 415 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο εκτιμάται ότι ζουν με διαβήτη τύπου 2, με τα ιατρικά κόστη να υπολογίζονται σε 760 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Στον διαβήτη τύπου 2 τα επίπεδα της γλυκόζης – του σακχάρου στο αίμα – αυξάνονται πολύ.
Υπό κανονικές συνθήκες, τα επίπεδα ελέγχονται από την ορμόνη ινσουλίνη, της οποίας όμως η παραγωγή έχει διαταραχθεί στους διαβητικούς, με συνέπεια η γλυκόζη τους να αυξάνεται πέραν του φυσιολογικού. Με το πέρασμα του χρόνου, αυτό μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στα μάτια, στα νεφρά, στα νεύρα, στην καρδιά κ.α.
Η πάθηση συνήθως αντιμετωπίζεται με έναν συνδυασμό αλλαγών στον τρόπο ζωής (πιο προσεκτική διατροφή, περισσότερη σωματική άσκηση) και φαρμάκων που κρατούν χαμηλά το σάκχαρο.
Ως εναλλακτική λύση έχει αναπτυχθεί το τεχνητό πάγκρεας, που συνδυάζει μια αντλία ινσουλίνης με μια ειδική εφαρμογή με αλγόριθμο, ο οποίος υπολογίζει κάθε φορά πόση ινσουλίνη πρέπει να χορηγηθεί αυτόματα από τη συσκευή, προκειμένου να βρεθεί το σάκχαρο εντός των φυσιολογικών επιπέδων.
Έως σήμερα η συσκευή αυτή είχε δοκιμαστεί σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 1 και μόνο σε ασθενείς με σοβαρό διαβήτη τύπου 2 που χρειάζονται αιμοκάθαρση. Τώρα για πρώτη φορά δοκιμάστηκε σε έναν ευρύτερο πληθυσμό ασθενών με διαβήτη τύπου 2 χωρίς ανάγκη αιμοκάθαρσης.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Μεταβολικής Επιστήμης Wellcome-MRC του Κέιμπριτζ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό “Nature Medicine”, δοκίμασαν το τεχνητό πάγκρεας σε 26 ασθενείς που χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες: η μία δοκίμασε τη συσκευή επί δύο μήνες και μετά έκανε τη συνήθη θεραπεία, ενώ η δεύτερη (ομάδα ελέγχου) έκανε πρώτα τη συνήθη θεραπεία και στη συνέχεια χρησιμοποίησε το τεχνητό πάγκρεας για δύο μήνες.
Διαπιστώθηκε ότι κατά μέσο όρο οι ασθενείς με το τεχνητό πάγκρεας βρίσκονταν το 66% του χρόνου εντός του επιπέδου-στόχου για τη γλυκόζη τους, έναντι μόνο 32% της ομάδας ελέγχου. Επίσης τα μέλη της δεύτερης ομάδας είχαν υψηλά επίπεδα σακχάρου το 67% του χρόνου έναντι 33% της ομάδας του τεχνητού παγκρέατος.
Ακόμη η χρήση της συσκευής μείωσε τα επίπεδα της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (στο 7,3% έναντι 8,7% της ομάδας ελέγχου). Όσο μεγαλύτερο είναι το επίπεδο της τελευταίας, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος για έναν διαβητικό να εμφανίσει επιπλοκές.
Τέλος, κανένας χρήστης του τεχνητού παγκρέατος δεν εμφάνισε υπογλυκαιμία, δηλαδή επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα.
«Πολλοί άνθρωποι με διαβήτη τύπου 2 πασχίζουν να ελέγξουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τους, χρησιμοποιώντας τις διαθέσιμες σήμερα θεραπείες, όπως τις ενέσεις ινσουλίνης. Το τεχνητό πάγκρεας μπορεί να αποτελέσει μια ασφαλή και αποτελεσματική λύση που θα τους βοηθήσει.
Η τεχνολογία είναι απλή στη χρήση και μπορεί να εφαρμοστεί με ασφάλεια στο σπίτι», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Σαρλότ Μπουτόν.
Οι ίδιοι οι συμμετέχοντες στην κλινική δοκιμή δήλωσαν ευτυχείς που κατέστη δυνατό τα επίπεδου του σακχάρου τους να ελέγχονται τελείως αυτόματα από το νέο σύστημα, απαλλάσσοντας τους από την ανάγκη για ενέσεις ινσουλίνης, τρύπημα του δακτύλου τους, συνεχή έγνοια για παρακολούθηση του σακχάρου τους κ.α.
Οι ερευνητές σχεδιάζουν πλέον μια πολύ μεγαλύτερη πολυκεντρική μελέτη που θα επιβεβαιώσει τα αρχικά θετικά αποτελέσματα τους και στη συνέχεια θα υποβάλουν αίτηση στις αρμόδιες εποπτικές αρχές για άδεια κυκλοφορίας της συσκευής, ώστε να καταστεί εμπορικά διαθέσιμη.