Η αϋπνία είναι ικανή να συντελέσει στην αύξηση του κινδύνου εκδήλωσης εγκεφαλικού επεισοδίου, αποφαίνεται μελέτη που έγινε στην Ταϊβάν και δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Stroke.
Μάλιστα, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος για όσους έχουν προβλήματα ύπνου από νεαρή ηλικία.
Ως αϋπνία ορίζεται η δυσκολία ύπνωσης, ή η αδυναμία να παραμείνει κανείς κοιμισμένος για αρκετές ώρες, ενώ ως χρόνια ορίζεται η αϋπνία που διαρκεί έναν έως έξι μήνες.
Ο βιολογικός μηχανισμός που συνδέει την αϋπνία με το εγκεφαλικό επεισόδιο δεν έχει ακόμη κατανοηθεί πλήρως από τους επιστήμονες. Εικάζουν ωστόσο ότι, η χρόνια έλλειψη ύπνου επιβαρύνει την καρδιαγγειακή υγεία, προκαλώντας συστηματική φλεγμονή, μεταβολική διαταραχή (μειωμένη ανοχή στη γλυκόζη), αυξημένη αρτηριακή πίεση κ.α. Η κακή διατροφή, η υπερκατανάλωση αλκοόλ, το κάπνισμα, το άγχος και άλλοι παράγοντες μπορούν να επιδεινώσουν την αϋπνία.
Όόταν ο ύπνος έχει διάρκεια μικρότερη των επτά ωρών κάθε βράδυ, αυξάνει τον κίνδυνο παχυσαρκίας, εμφράγματος, εγκεφαλικού επεισοδίου, διαβήτη, καρκίνου και άλλων παθήσεων.