Τίτος Πατρίκιος: Η γλώσσα είναι ότι πολυτιμότερο έχουμε, με αυτήν πορεύομαι

Με την γλώσσα που μιλούσε και ο Όμηρος επικοινωνούμε, εκφραζόμαστε, γνωρίζουμε τον ίδιο τον εαυτό μας, διαπραγματευόμαστε την καθημερινότητά μας

Ο Τίτος Πατρίκιος μας μιλά. Και από την πρώτη στιγμή συνειδητοποιείς ότι είναι η αγάπη του για την ελληνική γλώσσα, που τον μεταρέπει σε έναν σπουδαίο αφηγητή ακόμα και της ίδιας του της διαδρομής. Η γλώσσα μας ήταν και ο λόγος που έμεινε στην Ελλάδα και όχι στο Παρίσι όταν η ίδια η ζωή το το απαιτούσε. Η ποίησή του είναι φυσικά η αφορμή για την πρώτη μας ερώτηση.

ΕΡ: Σε ένα από τα ποιήματα σας στις συνήθειες των κρατουμένων λέτε : Κάθε πρωί ο ήλιος έβγαινε πίσω από τα φυλάκια φορώντας μια  άπλυτη πιτζάμα νοσοκομείου και διέσχιζε αργά το προαύλιό του ουρανού ύστερα από τόσα χρόνια είχε και εκείνη  πάρει συνήθειες των κρατουμένων. Ζούμε μία Ελλάδα η οποία τα τελευταία  10  χρόνια παράγει κρατούμενους με την έννοια της ανασφάλειας και της ταπείνωσης. Τι νομίζετε ότι θα πρέπει να πούμε σε αυτά τα νέα  παιδιά όπου έχουμε εδώ για το αύριο

ΑΠ: Αυτό που θέλω να σας πω είναι ότι ευτυχώς δεν υπάρχει κανένας κρατούμενος σε φυλακή αυτή την στιγμή, άλλο είναι ο ψυχαναγκασμός από τις δυσκολίες της ζωής και άλλο να υπάρχει μια ανεξέλεγκτη εξουσία η οποία σε χώνει μέσα στην φυλακή και αυτό που θα έλεγα στα νέα παιδιά είναι επωφεληθείτε και αξιοποιείστε την ελευθερία που έχετε, εκεί είναι  το πρόβλημα ότι πολλές φορές δεν αξιοποιούμε την ελευθερία που έχουμε και την χαραμίζουμε την σκορπάμε από εδώ  και από εκεί .

Όσο για το ποίημα αυτό απορρέει όπως και όλα μου τα ποιήματα από συγκεκριμένα γεγονότα και την παρατήρηση τους και όταν τα ξανασκέφτομαι σε ότι αφορά  την ποίηση μου, μα πραγματικά δεν έχω φαντασία, δεν έχω φτιάξει με την φαντασία κάτι, τα πραγματικά γεγονότα τα παίρνω και προσπαθώ να τα μετασχηματίσω τα βιώματα σε ποίηση αυτό είναι μια πραγματική εικόνα γιατί ανάμεσα στην Μακρόνησο και την εξορία είχα αρρωστήσει και νοσηλευθεί στο Τζάνειο του Πειραιά επί δύο μήνες και πλέον στο θάλαμο υπήρχε και θάλαμος κρατουμένων και από εκεί από τα παράθυρα, τα καγκελόπορτα έβλεπα τους κανονικούς αρρώστους που έβγαιναν με τις πιτζάμες τους και έκαναν βόλτα και από εκεί μου ήρθε αυτή η εικόνα δεν την φαντάστηκα έτσι από μόνος μου.

ΕΡ: Σε ένα ποίημα που λέγεται το Σταυροδρόμι και το έχετε γράψει στις 21-5-1959 εν τη ήμερα γεννήσεως σας λέτε οργή και μίσος πίκρα και λύπηση για το λύγισμα της μέσης στις στιλβωμένες καταστάσεις δάσκαλε αιώνιε. Όπως είχα πιστέψει φίλε έφτασε η ώρα που οι δρόμοι μας χωρίζουν έρχονται αντιμέτωποι ορθώνονται σαν άγρια άλογα και όμως ακόμα δυσκολεύομαι να αποφασίσω πως χάθηκε για πάντα η ελληνική μας γλώσσα.

Γιατί η γλώσσα  του Ομήρου που σύμφωνα μιλάμε και εμείς και γράφουμε και διαπραγματευόμαστε την καθημερινότητα μας τι έχετε να πείτε σε μια εποχή που κερδίζει συνέχεια εδάφη η ιντερνετική γραφή

ΑΠ: Έχω να πω και ίσως διαβάσω   ένα ποίημα σχετικά με την γλώσσα. Για εμένα είναι ότι πολυτιμότερο έχω γιατί με την γλώσσα επικοινωνούμε, με την γλώσσα γνωρίζουμε τον  άλλον, με την γλώσσα αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας, με την γλώσσα εκφραζόμαστε και με την γλώσσα συνομιλούμε με τους παλαιότερους και αυτούς που φύγανε. Θα ήθελα να σας πω κάτι προσωπικό, όταν έπεσε η δικτατορία και έγινε η αντιπολίτευση και ανοίξανε όλοι οι δρόμοι μου λέγανε τι κάθεσαι στο Παρίσι, έμεινα στο Παρίσι λίγο παραπάνω γιατί έπρεπε να εκπληρώσω κάποιες υποχρεώσεις μου που είχα αναλάβει στην UNESCO και δεν ήθελα τους ανθρώπους που με βοήθησαν σε δύσκολες στιγμές να τους παρατήσω. Μου προτάθηκε μια πολύ καλή θέση με μεγάλο μισθό που θα έλυναν τα προβλήματα της  οικογένειας μου μιας και είχα μόλις παντρευτεί.

Δεν την δέχτηκα όμως όχι από πατριωτισμό αλλά γιατί ένιωθα ότι θα αποδυναμωθεί η γλώσσα μου, θα αδυνατίσουν τα ελληνικά μου και δεν θα ήθελα να μου συμβεί αυτό γιατί η γλώσσα μου είναι συγχρόνως και το εργαλείο μου, το υλικό μου .Επιτρέψτε μου να σας πω  ένα ποίημα για την γλώσσα. Είναι γραμμένο εκείνα τα χρόνια της δικτατορίας στο Παρίσι.

Η γλώσσα μου δεν είναι εύκολή να την φυλάξω ανάμεσα σε γλώσσες που πήγαιναν να την καταβροχθίσουν. Όμως η γλώσσα μου   συνέχιζα πάντα να μετρώ, στη γλώσσα μου έφερνα το χρόνο στα μέτρα του κορμιού μου, στη γλώσσα μου πολλαπλασίαζα την ηδονή ως το άπειρο, με αυτή ξανάφερνα στο νου μου ένα παιδί με άσπρο σημάδι από πετριά στο κοντοκουρεμένο του κεφάλι, πασχίζω να μην χάσω ούτε μία από τις λέξεις γιατί σε αυτή  τη γλώσσα  μου μιλούσαν οι νεκροί.

ΕΡ: Συνυπάρξατε με τις μεγαλύτερες ποιητικές προσψπικότητες της χώρας μας.Εσείς τι θεωρείτε ότι είναι η ποίηση σε σχέση με τους δικούς σας πνευματικούς πατέρες,δηλ. Από ποιους ποιητές είστε επίγονος,από ποιους έχετε επιρρεαστεί,τι είναι  εκείνο που κουβαλάτε στην δική σας οδοιπορία σε αυτή την διαδικασία τησ ποιητικής πράξης

ΑΠ: Πράγματι,συνήπήρξα,συνδέθηκα και μαθήτευσα. Από τους ποιητές με τους οποίους συνδέθηκα και τους οποίους έχω τεράστιες οφειλές είναι ο Γιάννης Ρίτσος με τον οποίο συναντηθήκαμε στην εξορία και αυτός έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή μου γιατί όταν έφτασα εγώ εκεί είχα αποκηρύξει την ποίηση.

Έλεγα ότι η ποίηση είναι η έκφραση του μικροαστικού συναισθηματισμού η οπόια σε παρεμποδίζει από την πράξη και αυτό που έχει πρωταρχική σημασία έχει η πράξη.Κρυφά έγραφα όμως και είναι τα ποιήματα τα οποία τα δημοσίευσα αργότερα με τον τίτλο επιστροφή στη ποίηση. 

Ο Γιάννης Ρίτσος το κατάλαβε και μου είπε άσε τις σαχλαμάρες και μην ξαναέρθεις να με δεις αν δεν φέρεις χειρόγραφα γιατί πρέπει να καταλάβεις ότι η ποίηση είναι το πεπρωμένο σου και δεν μπορείς να ξεφύγεις.Από εκεί και πέρα με βοήθησε  πάρα πολύ στην αρχική μου πορεία,αλλά όπως συμβαίνει με τις μεγάλες φιλίες και τους μεγάλους έρωτες κάποτε επήλθε η σύγκρουση και η ρήξη και από μια εποχή και έπειτα χώρισαν οι δρόμοι μας αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν αναφέρω πάντα και δεν αναγνωρίζω πάντα τις τεράστιες οφειλές που του έχω.

Ένας άλλος ποιητής που τον γνώρισα μετά τον Γιάννη Ρίτσο προσωπικά γιατί έιχα διαβάσει ποιήματα του ήταν ο Νικηφόρος Βρεττάκος,ένας από τους καλύτερους ανθρώπους που έχω γνωρίσει στη ζωή μου που και αυτός έπαιξε ένα πολύ σημαντικό ρόλο στην πορεία μου και την χώρα μου.Μετά από εκεί και πέρα συνδέθηκα με ποιητές σε βάση ισοτιμίας όχι σε βάση μαθητείας.

Έγινα πολύ φίλος με τον Τάσο Λειβαδίτη.Επίσης γνώρισα αλλά δεν γίναμε φίλοι γιατί ήμουν πολύ μικρότερος και η διαφορά της ηλικίας όταν εσύ έισαι 18 και ο άλλος είναι 26 είναι τεράστια αλλά τον γνώρισα και τον είχα αγαπήσει και μετά χαθήκαμε και συναντιόμαστε σποραδικά ήταν ο Μιχάλης Κατσαρός.Επίσης με τον Αναγνωστάκη γνωριστήκαμε όταν είχα γυρίσει από την εξορία,αδειούχος εξόριστος έβγαλα το 1ο μου βιβλίο ''τον χωματόδρομο'' του άρεσε του Αναγνωστάκη και όταν ήρθε στην Αθήνα από την Θεσσαλονίκη ήρθε και με βρήκε και από εκεί και πέρα συνδεθήκαμε,κάποτε συγκρουστήκαμε και με τον Αναγνωστάκη αλλά τι να γίνει έτσι γίνεται με τις φιλίες και τους έρωτες.

Πάραμένει ένας πολυ μεγάλος ποιητής ο Μανώλης Αναγνωστάκης ο οποίος έφυγε και πρόωρα,ήταν βέβαια μεγαλύτερος μου 4 χρόνια.Ένας ποιητής που δυστυχώς δεν έγινε τόσο γνωστός αλλά είναι πολύ καλός ποιητής και άνθρωπος είναι ο Μανώλης Φουρτούδης ο οποίος πήγε εξορία στην εποχή του εμφυλίου πολέμου και μετά με την χούντα ξαναπήγε.Να σας πω και ένα περιστατικό, το βράδυ του πραξικοπήματος έπιασαν στην Αθληνα 6000 ανθρώπους, εγώ είχα χωρίσει με την πρώην συζυγό μου ένα χρόνο πριν.

Η διεύθυνση μου ήταν της συζηγικής οικείας και εκείνο το βράδυ πήγαν να με πιάσουν αλλά δεν με βρήκαν, μας ειδοποίησε ο θυρωρός.Είδα ότι αργά ή γρήγορα θα με πιάνανε και αποφάσισα όταν επιτ΄ραπηκαν τα ταξίδια στο εξωτερικό γιατί στην αρχή τα απαγόρευσαν να δοκιμάσω εφόσον δεν είχε πάει ακόμα ο κατάλογος με τουσ επισημασμένους στο αεροδρόμιο να φύγω.Την παραμονή που θα έφευγα κατά σύμπτωση  στο δρόμο συναντώ τον Μανώλη Φουρτούνη και μου είπε ότι θα φύγει σε μία εβδομάδα γιατί είχε να κανονίσει κάποια οικογενειακά θέματα.

Σε μία εβδομάδα τον έπιασαν στην Πάτρα, έφευγε με το πλοίο γιατί είχε πάει ήδη το ονομά του.Όπως έπινε λοιπόν τον καφέ του στο σαλόνι του πλοίου άκουσε από τα μεγάφωνα "παρακαλείται ο κ. Φουρτούνης να έρθει στη ρεσεψιόν" και από το ένα πλοίο τον έστειλαν με το άλλο στην Λέρο.Με τον Κώστα Κουρδάτο είχα συνδεθεί πολύ.

Δεν δημοσίευσε όλα όσα θα έπρεπε να είχε δημοσιεύσει,δεν ξέρω τι τον είχε μπλοκάρει αλλά ήταν πολύ καλός ποιητής.Και οι άλλοι ποιητές της γενιάς μας της λεγόμενης μεταπολεμικής γενιάς.Αργότερα γνώρισα και τις ποιήτριες, την Κική Δημουλά που την θεωρώ εξαιρετική ποιήτρια και από τις πιο σημαντικές. Η Αγγελάκη που είναι μικρότερη μου και τα νεώτερα παιδιά γιατί βγαίνουν συνεχώς πολλοί νέοι και καλοί ποιητές.


ΕΡ: Σήμερα η λέξη  της  Ελληνικότητας , τι σημααίνει για εσάς,έχει αλλάξει σε σχέση με την μεγαλη αυτή διαδρομή που έχετε κάνει σε σχέση με τα ελληνικά γράμματα και σαν πολίτης και σαν άνθρωπος αυτού του τόπου.

ΑΠ: Πόλλές φορές η ελληνικότητα έχει χρησιμποιηεθεί ιδεολογικά με την γενιά του 30 και η αντίληψη ότι εμείς είμαστε οι Έλληνες και οι άλλοι τρώγανε βελανίδια και περπατάγανε στις λάσπες όταν εμείς κάναμε τα αριστουργήματα στην ποίηση στην τραγωδία στην φιλοσοφία και  οι άλλοι ήταν κάτι μηδενικά που τρέφοντα από το δικό μας περίσευμα.Και από την άλλη η άλλη αντίληψη ότι δεν θα γίνουμε Ευρωπαίοι και είμαστε ένα μαύρο χάλι.Εγώ καλώς ή κακώς δεν υιοθέτησα ούτε την μλια αντίληψη ούτε την άλλη,ούτε ότι είμαστε οι σπουδαιότεροι από όλους ούτε οι χειρότεροι.

Προσπαθώ όμωσ να καταλάβω ποιοι είμαστε,τι κάνουμε, την γλώσσα μας,αυτό που έχουμε και μπορούμε να κάνουμε όχι από  εκμετάλευση των  προγόνων μας και να τους χρησιμοποιούμε ως μέσο προβολής δικής μας.

Να τους διαβάζουμε και να μαθαίνουμε από αυτούς.Χάρηκα που αναφέρατε τον Αριστοτέλη γιατί μικρός όταν  ήμουν και διάβαζα φιλοσοφία ήταν από τους φιλοσόφους  που νε είχε εμπλουτίσει περισσότερο και είχε να κάνει κυρίως η ποιητική και η αισθητική.

Διάβαζα μικρός πάρα πολύ, γιατί το λέω αυτό, γιατί όσο μεγαλώνει κανείσ ο χρόνος οτυ μειώνεται και ένας συγγραφέας που αγαπώ πάρα πολύ λέει σε μά αυτοβιογραφία του ότι ενα από τα μειονεκτήματα όταν ξεκινάει να γράφει κάποιος είναι συστηματικά είναι ότι αφιερώνει τον χρόνο του στη γραφή και μειώνεται από το διάβασμα.Έχω κάνει μια διαπίστωση ενός φαινομένου στο οποίο δεν στεκόμαστε συχνά.Στο ότι η Ελληνική ποίηση ξεκίνησε με 2 παράλληλες αλλά διαφορετικλες πορείες.

Με ένα πολύ μεγάλο ποητή τον Σολωμό ο οποίος δεν είχε πρόβλημα βιοπορισμού, ήταν κόμης είχε περιούσία και μπορούσε να είναι αφιερωμένος στην ποίηση και μόνο και ο άλλος εξίσου μεγάλος ποιητής ο Κάλβος που ήταν μεροδούλη μεροφάι ,αν δεν είχε δουλειιά δεν μπορούσε να ζήσει και ετσι η ζωή του πήγε με αυτό τον τρόπο.Και από εκεί κα ι πέρα έτσι ήταν οι ποιητές. Ο Παλαμάς ήταν δημόσιος υπάλληλος,ο Σικελιανός δεν χρειάστηκε ποτέ να δουλέψει,ο Σεφέρης ήταν δημόσιος υπάλληλος και είχε και καλή θεση ήταν διπλωμάτης, ο Ελύτης δεν χρειάστηκε να δουλέψει και πάει ωσ σήμερα.Εγώ είμαι στο κανάλι του Κάλβου,Παλαμά,Σεφέρη.

 

Πηγή: 
http://molonoti.gr

Δείτε επίσης