Η Εθνική Λυρική Σκηνή ενώνει τις δυνάμεις της με την περίφημη Όπερα Λα Μονναί των Βρυξελλών και παρουσιάζει για οκτώ παραστάσεις, από τις 18 Δεκεμβρίου έως τις 8 Ιανουαρίου, την όπερα «Τα παραμύθια του Χόφμαν», σε σκηνοθεσία του σπουδαίου Κρύστοφ Βαρλικόφσκι και μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού.
Τα «Παραμύθια του Χόφμαν» του Ζακ Όφενμπαχ είναι μια από τις δημοφιλέστερες γαλλικές όπερες, πλάι στην «Κάρμεν», τον Φάουστ και τη «Μανόν». Πρόκειται για μια δραματική όπερα γεμάτη υπέροχες μελωδίες, ανάμεσα στις οποίες και η διάσημη «βαρκαρόλα». Στα «Παραμύθια», ο Όφενμπαχ δεν ξεχνά ούτε την πνευματώδη ούτε την περιπαικτική πλευρά του, ενώ, όπως και στα άλλα έργα του, είναι σκανδαλωδώς μελωδικός και γεμάτος αστείρευτη έμπνευση. Στο έργο αυτό, ο συνθέτης βάζει δίπλα δίπλα τη χαρούμενη διάθεση του ποιητή Χόφμαν με τη ρωγμή εκείνη που αφήνει να φανεί ότι ο χαρακτήρας του ποιητή δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Και παρά το γεγονός ότι ο συνθέτης δίνει πάντα προτεραιότητα στη μελωδία, εντούτοις η αρμονική του γραφή μοιάζει να σκιαγραφεί με ακρίβεια τους χαρακτήρες και τις καταστάσεις.
Το λιμπρέτο του Ζυλ Μπαρμπιέ βασίζεται σε ιστορίες του πολυτάλαντου Γερμανού συγγραφέα και συνθέτη Ε.Τ.Α. Χόφμαν, τον οποίο ο Μπαρμπιέ έχει μετατρέψει σε πρωταγωνιστή της όπερας. Τρεις γυναικείες μορφές, η άψυχη κούκλα Ολυμπία, η σοβαρά ασθενής τραγουδίστρια Αντωνία και η εταίρα Τζουλιέττα, διαθέτουν η καθεμιά ορισμένα από τα στοιχεία που συνθέτουν την πριμαντόνα Στέλλα, τη γυναίκα με την οποία είναι ερωτευμένος ο Χόφμαν. Τον έρωτα που αισθάνεται για καθεμιά δυναμιτίζει κάθε φορά ένας ώριμος άνδρας, τρεις διαφορετικές προσωπικότητες, ο Κοππελιύς, ο Δρ Μιράκλ και ο Νταπερτούττο, τα χαρακτηριστικά των οποίων συγκεντρώνει ο εύπορος Λιντόρφ, πλάι στον οποίο φεύγει στο τέλος της όπερας η Στέλλα, αφήνοντας τον Χόφμαν σε απόγνωση.
Τα «Παραμύθια του Χόφμαν» είναι η τελευταία όπερα του Ζακ Όφενμπαχ, την οποία ο συνθέτης δεν κατάφερε να ολοκληρώσει πριν τον θάνατό του, το 1880. Το έργο, που συμπλήρωσε ο συνθέτης Ερνέστ Γκιρώ, γνώρισε τεράστια επιτυχία στην παγκόσμια πρεμιέρα του τον Φεβρουάριο του 1881 στην Οπερά Κομίκ του Παρισιού. Από την πρώτη παρουσίαση του έργου στα τέλη του 19ου αιώνα έως και το 2010 που ανακαλύφθηκε στα αρχεία της Οπερά Κομίκ υλικό που θεωρούνταν κατεστραμμένο, πραγματοποιήθηκαν επίπονες και μακρόχρονες εργασίες αποκατάστασης της παρτιτούρας, άλλοτε για να μελοποιηθούν επιπλέον διάλογοι, άλλοτε για να προστεθούν νέα μέρη στο έργο, ακόμα και για την αλλαγή της σειράς των πράξεων του έργου. Σε ό,τι αφορά τον επίλογο του έργου, καθώς από τον Όφενμπαχ σώζονται μόνο προσχέδια και σκέψεις, στην ουσία κάθε λυρικό θέατρο αποφασίζει το φινάλε του έργου, βασιζόμενο σε μια από τις πολλές διαφορετικές εκδοχές.
Η ΕΛΣ παρουσιάζει την όπερα στην πιο πρόσφατη κριτική της έκδοση από τους Μάικλ Κέυ και Ζαν-Κριστόφ Κεκ, όπου ο Πρόλογος και ο Επίλογος εμφανίζονται ως πράξεις και ως εκ τούτου το έργο έχει πεντάπρακτη μορφή. H τελική μορφή του έργου διαμορφώθηκε κατά την προετοιμασία της παραγωγής το 2019 στις Βρυξέλλες από τον Κρύστοφ Βαρλικόφσκι και τον μαέστρο της παρουσίασης στο Λα Μονναί Αλαίν Αλτινογκλού.
O πολυβραβευμένος Κρύστοφ Βαρλικόφσκι, που υπογράφει τη σκηνοθεσία της παραγωγής, είναι ένας από τους πιο περιζήτητους Ευρωπαίους σκηνοθέτες. Παράλληλα με τη σταδιοδρομία του στο θέατρο, όπου έχει υπογράψει εμβληματικές παραστάσεις πάνω σε έργα Σαίξπηρ, αρχαίες ελληνικές τραγωδίες, αλλά και σύγχρονους συγγραφείς όπως η Σάρα Κέιν, ο Βαρλικόφσκι έχει αναγνωριστεί και ως ένας από τους σημαντικότερους ανανεωτές της σκηνοθεσίας της όπερας.
Οι παραγωγές που έχει υπογράψει στα κορυφαία λυρικά θέατρα της Ευρώπης –Εθνική Όπερα Παρισιού, Λα Μονναί Βρυξελλών, Ρεάλ Μαδρίτης, Βαυαρική Όπερα Μονάχου, Βασιλική Όπερα Λονδίνου, αλλά και στα κορυφαία φεστιβάλ της Αιξ-αν-Προβάνς και του Ζάλτσμπουργκ– αναγνωρίζονται από κοινό και κριτικούς ως σπουδαία καλλιτεχνικά γεγονότα, λόγω της συστηματικής έρευνάς του πάνω στην ιδέα της επαναθεατρικοποίησης της όπερας.
Στα «Παραμύθια του Χόφμαν» η σκηνοθεσία του Βαρλικόφσκι ελκύεται από το γεγονός ότι το έργο του Όφενμπαχ έχει μια ιδιαίτερα πολύπλοκη αφήγηση, καθώς και από τη διαπίστωση ότι παρτιτούρα και λιμπρέτο δεν έχουν σταθερή δομή. Τα στοιχεία αυτά δίνουν στον σκηνοθέτη αλλά και στον θεατή την αίσθηση ότι το έργο είναι ανοιχτό σε νέες ερμηνείες και επαναπροσδιορισμό.
Ο Βαρλικόφσκι, εξελίσσοντας την προσωπική του σκηνοθετική ταυτότητα, βλέπει την ιστορία της όπερας μέσα από το πρίσμα της έβδομης τέχνης, με επιρροές από κινηματογραφικά έργα όπως τα A Star Is Born, The Shining και Inland Empire. Η χειραφέτηση μιας αινιγματικής και πολύπλοκης γυναίκας, οι απογοητεύσεις ενός σκηνοθέτη σε κρίση, οι εξαρτήσεις του, τα υποκειμενικά του παραληρήματα, τα πάντα προσφέρονται για μια μετακειμενική εξερεύνηση του μυστηριώδους διαλόγου μεταξύ της ιστορίας και του αφηγητή, του καλλιτέχνη και του έργου του.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια της παραγωγής υπογράφει η μόνιμη συνεργάτιδα του Βαρλικόφσκι Μαλγκορζάτα Στσέσνιακ, η οποία δημιουργεί ένα μοναδικό κινηματογραφικό σύμπαν. Η χορογραφία είναι του Κλωντ Μπαρντούιγ, οι φωτισμοί της Φελίς Ρος και το βίντεο του Ντενί Γκεγκέν. Ο Κριστιάν Λονσάν υπογράφει τη δραματουργία