Ορισμένα είδη δέντρων στην Ευρώπη επιδεινώνουν την υπερθέρμανση του πλανήτη, σύμφωνα με νέα μελέτη Ευρωπαίων επιστημόνων.
Συγκεκριμένα, η διεθνής ομάδα ερευνητών έδειξε ότι παρά την οργανωμένη αναδάσωση και διαχείριση των δασών για την επιβράδυνση της υπερθέρμανσης του πλανήτη μέσω της απομάκρυνσης του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, η φύτευση του λάθους είδους δέντρων μπορεί στην πραγματικότητα να επιδεινώσει την κλιματική αλλαγή.
Η ερευνητική ομάδα του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικών Επιστημών του Ινστιτούτου Πιερ Σιμόν Λαπλάς στη Γαλλία,σε συνεργασία με ερευνητές από το Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ για τη Μετεωρολογία στη Γερμανία, ανακάλυψε ότι τα ανοιχτόχρωμα είδη με πλατιά φύλλα, όπως η βελανιδιά και η σημύδα, έχουν αντικατασταθεί από πιο σκουρόχρωμα κωνοφόρα, όπως το πεύκο και το έλατο. Τα κωνοφόρα είναι πιο σκούρα και απορροφούν και συγκρατούν περισσότερη θερμότητα, αυξάνοντας τις θερμοκρασίες κατά 0,12 βαθμούς Κελσίου.
Οι ερευνητές ανέλυσαν τη χρήση της γης και τη διαχείριση των δασών στην Ευρώπη τα τελευταία 260 χρόνια και υπολόγισαν ότι σχεδόν το 85% όλων των δέντρων έχει διαχειριστεί από τον άνθρωπο. Οι άνθρωποι έχουν κατ’ επανάληψη φυτέψει περισσότερα δέντρα που απορροφούν μεγαλύτερη θερμότητα, κυρίως για εμπορικούς σκοπούς.
Επιλέγοντας εμπορικά είδη δέντρων, η αναδάσωση καταλήγει να συνεισφέρει στην κλιματική αλλαγή, αντί να τη μετριάζει. Εξάλλου, η υλοτομία και η χρήση αυτών των δασών για εμπορικούς σκοπούς οδηγούν επίσης στην απελευθέρωση προηγουμένως παγιδευμένου άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Ο άνθρακας αποθηκεύεται επίσης στη βιομάζα, το νεκρό ξύλο, τα απορρίμματα και στο έδαφος των δασών.
Επιπλέον, οι ερευνητές αποκαλύπτουν πως τα σημερινά δέντρα δεν είναι το ίδιο αποτελεσματικά στην αποθήκευση του άνθρακα με τα δέντρα του 1750. Συγκεκριμένα, τα δέντρα απορροφούν 3,1 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα λιγότερους από ό,τι προηγουμένως.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι κάθε τύπος αναδάσωσης δεν οδηγεί απαραίτητα στην άμβλυνση της κλιματικής αλλαγής», δήλωσε η Κιμ Νάουντς, επικεφαλής της μελέτης.
«Το βασικό ερώτημα είναι αν μπορούμε να σχεδιάσουμε μια στρατηγική διαχείρισης των δασών που επιβραδύνει την υπερθέρμανση και την ίδια στιγμή διατηρεί την παραγωγή ξυλείας και τις άλλες υπηρεσίες του οικοσυστήματος», πρόσθεσε.