Μία διεθνής ομάδα αστρονόμων επιβεβαίωσε με παρατηρησιακά δεδομένα πως ένα μακρινό άστρο φαίνεται να βρίσκεται σε διαφορετική θέση στον ουρανό, αν και ανάμεσα σε αυτό και τη Γη παρεμβάλλεται ένα άλλο άστρο το οποίο εκτρέπει το φως του, χωρίς να χρειάζεται τα δύο σώματα να βρίσκονται ακριβώς στην ίδια ευθεία. Πρόκειται για ένα σημαντικό επίτευγμα, αφού, αν και το φαινόμενο αυτό προβλέπεται από τη Γενική Σχετικότητα, ο «πατέρας» αυτής της θεωρίας, δηλαδή ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, θεωρούσε ότι ήταν αδύνατον να παρατηρηθεί.
Έτσι, οι αστρονόμοι από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τον Καναδά ουσιαστικά προσέφεραν μία ακόμη απόδειξη της Γενικής Σχετικότητας, δείχνοντας παράλληλα ότι ο Αϊνστάιν είχε... άδικο, όταν υποστήριζε πως το φαινόμενο αυτό δεν θα μπορούσε να αποδειχθεί. Μάλιστα, αξιοποιώντας το, κατάφεραν να μετρήσουν τη μάζα του άστρου που παρενεβλήθη, εγκαινιάζοντας επομένως μία νέα τεχνική για αστρικές μελέτες.
Το φαινόμενο αυτό αποτελεί μία παραλλαγή της βαρυτικής μικροεστίασης. Με βάση τη Γενική Σχετικότητα, η βαρυτική μικροεστίαση οφείλεται στο γεγονός ότι κάθε άστρο λόγω της βαρύτητάς του παραμορφώνει τον περιβάλλοντα χώρο με τέτοιο τρόπο ώστε να συμπεριφέρεται σαν «φακός». Έτσι, όταν αυτός ο «φακός» βρεθεί ανάμεσα στη Γη και ένα άλλο άστρο (την «πηγή») παραμορφώνει τη διεύθυνση διάδοσης του φωτός που εκπέμπει αυτή η «πηγή».
Η λειτουργία των άστρων ως βαρυτικών «φακών» αποτελεί μία πρόβλεψη που κάνει τη Γενική Σχετικότητα να διαφέρει ριζικά από τη Νευτώνεια φυσική και έχει επιβεβαιωθεί ήδη από το 1919 στην περίπτωση του Ήλιου, κάνοντας τότε τη Γενική Σχετικότητα και τον Αϊνστάιν πρωτοσέλιδο στις μεγαλύτερες εφημερίδες της εποχής. Επίσης, εδώ και μερικά χρόνια, οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει πολλές περιπτώσεις βαρυτικής μικροεστίασης, δηλαδή περιπτώσεις όπου ο «φακός» και η «πηγή» βρίσκονται ακριβώς στην ίδια ευθεία, με συνέπεια το φως της «πηγής» να παραμορφώνεται και να σχηματίζει ένα κυκλικό φωτεινό δακτύλιο («δακτύλιο του Αϊνστάιν»).
Ωστόσο, ο ίδιος ο Αϊνστάιν είχε προβλέψει ότι υπάρχει επίσης μία παραλλαγή της βαρυτικής μικροεστίασης, που συμβαίνει όταν τα δύο άστρα δεν βρίσκονται ακριβώς στην ίδια ευθεία. Τότε, η «πηγή» θα εμφανίζεται ελαφρώς μετατοπισμένη από τη θέση της, ενώ ο δακτύλιος που θα σχηματίζεται θα είναι ασύμμετρος. Ωστόσο, όπως πίστευε, η μετατόπιση της θέσης θα είναι τόσο μικρή, όπως και το μέγεθος του δακτυλίου, που θα ήταν αδύνατον να μετρηθεί.
Τώρα, η διεθνής ομάδα των αστρονόμων κατέρριψε αυτή την πρόβλεψη του Αϊνστάιν, αξιοποιώντας γι’ αυτό τον σκοπό δεδομένα από το διαστημικό τηλεσκόπιο Hubble. Τον ρόλο του «φακού» ανέλαβε ο Stein 2051 B, ένας λευκός νάνος σε απόσταση μόλις 18 ετών φωτός από τη Γη, ο οποίος από τη μετατόπιση της θέσης της «πηγής», υπολόγιζαν πως η μάζα του είναι 0,675 η ηλιακή.
Η ομάδα ελπίζει ότι στο μέλλον θα εντοπίσει και άλλες περιπτώσεις εκδήλωσης του ίδιου φαινομένου, αξιοποιώντας τα νέας «γενιάς» επίγεια και διαστημικά τηλεσκόπια που βρίσκονται στα σκαριά. Έτσι, θα αξιοποιήσει αυτή τη νέα τεχνική, για να υπολογίσει τις μάζες ακόμη περισσότερων άστρων.