Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature με τίτλο «Increased emergency cardiovascular events among under-40 population in Israel during vaccine rollout and third COVID-19 wave» δηλαδή «Αυξημένα επείγοντα καρδιαγγειακά συμβάντα σε πληθυσμό κάτω των 40 ετών στο Ισραήλ κατά τη διάρκεια της κυκλοφορίας του εμβολίου και του τρίτου κύματος COVID-19».
Συγγραφείς του είναι δύο επιστήμονες από το MIT, το εγκυρότερο τεχνολογικό ινστιτούτο του κόσμου (Christopher L. F. Sun Sloan School of Management, Massachusetts Institute of Technology, Retsef Levi Sloan School of Management, Massachusetts Institute of Technology), και ο υπεύθυνος των επειγόντων περιστατικών (EMS) του Συστήματος Υγείας του Ισραήλ (Eli Jaffe, Israel National Emergency Medical Services , Ben Gurion University of the Negev, Beer Sheva, Israel).
Είναι λοιπόν μια πολύ σοβαρή μελέτη και το θέμα αφορά τις καρδιακές ανακοπές (CA), και τα οξέα στεφανιαία επεισόδια (ACS) σε σχέση με τα εμβόλια αλλά και τη νόσηση με κορονοϊό. Δείτε την περίληψη της εργασίας κατά λέξη.
Eμβόλια κορονοϊού και αιφνίδιοι θάνατοι νέων.Η περίληψη του άρθρο στο περιοδικό Nature.
«Οι καρδιαγγειακές δυσμενείς καταστάσεις προκαλούνται από λοιμώξεις από τη νόσο του κορωνοϊού 2019 (COVID-19) και αναφέρονται και ως παρενέργειες των εμβολίων COVID-19. Ο εμπλουτισμός των σημερινών συστημάτων επιτήρησης της ασφάλειας των εμβολίων με πρόσθετες πηγές δεδομένων μπορεί να βελτιώσει την κατανόηση της ασφάλειας του εμβολίου COVID-19.
Χρησιμοποιώντας ένα μοναδικό σύνολο δεδομένων από τις Εθνικές Ιατρικές Υπηρεσίες Έκτακτης Ανάγκης του Ισραήλ (EMS) από το 2019 έως το 2021, η μελέτη στοχεύει να αξιολογήσει τη συσχέτιση μεταξύ του όγκου καρδιακής ανακοπής και του οξέος στεφανιαίου συνδρόμου των κλήσεων EMS στον πληθυσμό 16-39 ετών με πιθανούς παράγοντες συμπεριλαμβανομένων των ποσοστών μόλυνσης από τον COVID-19 και εμβολιασμού. Αύξηση άνω του 25% εντοπίστηκε και στους δύο τύπους κλήσεων κατά την περίοδο Ιανουαρίου – Μαΐου 2021, σε σύγκριση με τα έτη 2019–2020. Χρησιμοποιώντας μοντέλα αρνητικής διωνυμικής παλινδρόμησης, οι εβδομαδιαίες μετρήσεις κλήσεων έκτακτης ανάγκης συσχετίστηκαν στατιστικά σημαντικά με τα ποσοστά της 1ης και 2ης δόσης εμβολίου που χορηγήθηκαν σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα, αλλά δε βρέθηκε συσχέτιση με τα ποσοστά μόλυνσης από τον COVID-19.
Αν και δεν καθιερώνουν αιτιώδεις σχέσεις, τα ευρήματα εγείρουν ανησυχίες σχετικά με τις προκαλούμενες από το εμβόλιο μη ανιχνεύσιμες σοβαρές καρδιαγγειακές παρενέργειες και υπογραμμίζουν την ήδη εδραιωμένη αιτιολογική σχέση μεταξύ των εμβολίων και της μυοκαρδίτιδας, μια συχνή αιτία απροσδόκητης καρδιακής ανακοπής σε νεαρά άτομα. Η επιτήρηση των πιθανών παρενεργειών του εμβολίου και των αποτελεσμάτων του COVID-19 θα πρέπει να συνδυαστούν από το EMS και με άλλα δεδομένα υγείας για τον προσδιορισμό των τάσεων της δημόσιας υγείας (π.χ. αύξηση στις κλήσεις EMS) και τη διερεύνηση των πιθανών υποκείμενων αιτιών.»
Αύξηση των περιστατικών αιφνίδιων θανάτων σε εμβολιασμένους νέους με κύρια αιτία τη μυοκαρδίτιδα.
Τι λέει δηλαδή πολύ απλά αυτή η μελέτη; Ότι φαίνεται ότι αυξάνουν τα περιστατικά αιφνίδιων θανάτων σε εμβολιασμένους νέους και ως κύρια αιτία επιλέγεται η μυοκαρδίτιδα. Αυτή είναι μια επιπλοκή που μπορεί κλινικά να μην είναι πάντα εμφανής αλλά έχει συνδεθεί με τα εμβόλια κατά του κορονοϊού. Την ίδια ώρα δε φαίνεται ότι η νόσηση από κορονοϊό αυξάνει τον κίνδυνο για αιφνίδιο θάνατο.
Αυξήσεις άνω του 25% τόσο στον αριθμό των κλήσεων καρδιακών ανακοπών όσο και στις κλήσεις για οξέα στεφανιαία επεισόδια ατόμων στην ηλικιακή ομάδα 16-39 κατά τη διάρκεια της εφαρμογής εμβολιασμού για τον COVID-19 στο Ισραήλ (Ιανουάριος-Μάιος, 2021).
Από τα συμπεράσματα της μελέτης αντιγράφουμε: «Το κύριο εύρημα αυτής της μελέτης αφορά αυξήσεις άνω του 25% τόσο στον αριθμό των κλήσεων καρδιακών ανακοπών (CA) όσο και στις κλήσεις για οξέα στεφανιαία επεισόδια (ACS) ατόμων στην ηλικιακή ομάδα 16-39 κατά τη διάρκεια της εφαρμογής εμβολιασμού για τον COVID-19 στο Ισραήλ (Ιανουάριος-Μάιος, 2021), σε σύγκριση με την ίδια χρονική περίοδο τα προηγούμενα έτη (2019 και 2020).
Επιπλέον, υπάρχει μια ισχυρή και στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ των εβδομαδιαίων κλήσεων CA και ACS και των ποσοστών της 1ης και 2ης δόσης εμβολίου που χορηγήθηκαν σε αυτή την ηλικιακή ομάδα. Ταυτόχρονα, δεν παρατηρείται στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ των ποσοστών μόλυνσης από COVID-19 και του αριθμού των κλήσεων CA και ACS.
Αυτό το αποτέλεσμα ευθυγραμμίζεται με προηγούμενα ευρήματα που δείχνουν ότι οι αυξήσεις στη συνολική επίπτωση της CA δεν σχετίζονταν πάντα με υψηλότερα ποσοστά λοιμώξεων από COVID-19 σε επίπεδο πληθυσμού, καθώς και με τη σταθερότητα των ποσοστών νοσηλείας που σχετίζονται με έμφραγμα του μυοκαρδίου κατά τη διάρκεια του αρχικού COVID-19 κύματος σε σύγκριση με τις βασικές γραμμές πριν από την πανδημία στο. Αυτά τα αποτελέσματα αντικατοπτρίζονται επίσης από μια αναφορά αυξημένων επισκέψεων στα τμήματα επειγόντων περιστατικών με καρδιαγγειακά παράπονα κατά τη διάρκεια της εφαρμογής εμβολιασμού στη Γερμανία, καθώς και από αυξημένες κλήσεις EMS για καρδιακά επεισόδια στη Σκωτία.»
Τα γραφήματα υποστηρίζουν και ενισχύουν τα παραπάνω ευρήματα.
«Τα γραφικά υποστηρίζουν και ενισχύουν αυτά τα ευρήματα. Η αύξηση στις κλήσεις CA και ACS από τις αρχές Ιανουαρίου 2021 φαίνεται να παρακολουθεί στενά τη χορήγηση των εμβολίων 2ης δόσης. Αυτή η παρατήρηση είναι σύμφωνη με προηγούμενα ευρήματα που συσχέτισαν πιο σημαντικά ανεπιθύμητα συμβάντα, συμπεριλαμβανομένης της μυοκαρδίτιδας με τη 2η δόση του εμβολίου.
Μια δεύτερη αύξηση στον αριθμό κλήσεων CA και ACS παρατηρείται από τις 18 Απριλίου 2021, η οποία φαίνεται να παρακολουθεί την αύξηση του εμβολιασμού μιας δόσης σε άτομα που ανέρρωσαν από λοιμώξεις COVID-19. Αυτό συμφωνεί με προηγούμενα ευρήματα που υποδηλώνουν ότι η ανοσολογική απόκριση που δημιουργείται από μία μόνο δόση σε άτομα που έχουν αναρρώσει είναι γενικά ισχυρότερη από την ανταπόκριση στη 2η δόση του εμβολίου σε άτομα που δεν εκτέθηκαν στη μόλυνση από COVID-1954. Επιπλέον, τα γραφήματα υπογραμμίζουν την απουσία συσχέτισης μεταξύ του αριθμού των κλήσεων και του αριθμού των μολύνσεων COVID-19, κάτι που φαίνεται πιο ξεκάθαρα κατά τη διάρκεια των δύο μεγάλων κυμάτων πανδημίας το 2020.»