Σήμερα περισσότερο από ποτέ η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει ξανά μια στρατηγική πυξίδα, ειδικά σε σχέση με την άμεση περιοχή της, στη βάση μιας διεκδικητικής εξωτερικής πολιτικής που δεν περιμένει απαντήσεις από την Ουάσιγκτον, τις Βρυξέλλες, το Βερολίνο ή άλλες πρωτεύουσες, αλλά από τις δικές της δυνάμεις και στη βάση του δικού της εθνικού, και ευρωπαϊκού οράματος, περιέγραψε από τη Θεσσαλονίκη ο πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας, κατά την τελετή απονομής των Βραβείων Ειρήνης και Συνεργασίας των Βαλκανικών Λαών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, επιχειρώντας μια πλήρη επισκόπηση της διεθνούς πολιτικής σκηνής.
Αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο κ. Τσίπρας παρατήρησε πως «ένα συμπέρασμα μπορούμε να βγάλουμε κυρίως από τη ραγδαία επιδείνωση του διεθνούς πλαισίου και τη μετατόπιση από το διεθνές δίκαιο στο δίκαιο του ισχυρού, είναι με σιγουριά πως η Ελλάδα και γενικότερα ο ελληνισμός, δεν έχει την πολυτέλεια της αναβλητικότητας και της φοβικότητας». Όπως είπε ο πρώην πρωθυπουργός, «είδαμε την αποτυχία της προσπάθειας για προσφυγή στην Χάγη για οριοθέτηση ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας που προωθήθηκε χωρίς σχέδιο και στρατηγική».
Στην ίδια κατεύθυνση, «αν δεν αποκτήσουμε μια στρατηγική δέσμευσης και πίεσης της Τουρκίας σε ένα ελληνοτουρκικό και ευρωτουρκικό πλαίσιο διαλόγου με ορίζοντα τη Χάγη – αν συνεχίσουμε έτσι χωρίς πυξίδα στα ελληνοτουρκικά – η γειτονική μας χώρα θα αξιοποιήσει την ύφεση στις σχέσεις μαζί μας προς όφελός της». «Και θα επανέλθει στην ένταση, αφού θα έχει εξασφαλίσει τους εξοπλισμούς και τις συμμαχίες που θέλει», πρόσθεσε.
Με φόντο τις αντιδράσεις της Αθήνας σε πιθανή απόκτηση των πυραύλων Meteor από την Τουρκία, «δυστυχώς η κριτική μου ότι η Ελληνογαλλική συμφωνία είναι ελλιπής επιβεβαιώθηκε» επισήμανε ο πρώην πρωθυπουργός, ο οποίος αναφέρθηκε εκτενώς και στη Συμφωνία των Πρεσπών.
«Η νέα αυτή εποχή είναι πολύ διαφορετική ακόμα και από αυτήν στην οποία συνάφθηκε η Συμφωνία των Πρεσπών, όμως αυτό καθιστά ακόμα πιο σημαντικό να πορευτούμε με τις αξίες μας και όχι να τις αποχωριστούμε» υποστήριξε ο Αλέξης Τσίπρας και συνέχισε, λέγοντας πως «απέναντι στον εθνικισμό και την μισαλλοδοξία που θεριεύουν, να πορευτούμε με τις αξίες της ειρήνης, της συνεργασίας και της προάσπισης των εθνικών μας συμφερόντων που μας είχαν καθοδηγήσει και τότε».
Σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό, «αν δεν υπήρχε σήμερα Συμφωνία των Πρεσπών, αντί να πιέζεται η Βόρεια Μακεδονία να εφαρμόσει τη Συμφωνία – οι πιέσεις ασκούνταν επάνω μας, για να μπουν εσπευσμένα οι γείτονές μας στο ΝΑΤΟ, με το όνομα Μακεδονία και να αρχίσει όπως όπως η ενταξιακή τους πορεία». Όπως είπε, «αντί να συζητάμε για την κύρωση τριών μνημονίων, έπρεπε να είχαμε δεκάδες συμφωνίες και πολλά Ανώτατα Συμβούλια Συνεργασίας που θα είχαν επιτρέψει να είχαμε άλλο ρόλο και άλλους μοχλούς επιρροής στη χώρα, ειδικά σήμερα, απέναντι σε μια Κυβέρνηση που παραβιάζει τη Συμφωνία».
Ωστόσο, «δυστυχώς όμως, δεν είδαμε να αξιοποιούνται οι δυνατότητες της Συμφωνίας των Πρεσπών. Μετά από την περίοδο της σκληρής πατριδοκαπηλίας, που όλοι καταλάβαμε ότι είχε μόνο ψηφοθηρικό κίνητρο, γίναμε μάρτυρες μιας αδιέξοδης φοβικότητας» σημείωσε ο πρώην Πρωθυπουργός, συμπληρώνοντας πως «δυστυχώς στο ζήτημα αυτό (Μακεδονικό), δεν υπήρξε στρατηγική σκέψη για το μέλλον ούτε ιεράρχηση του εθνικού έναντι του κομματικού συμφέροντος».
Για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, «πρώτον και και κυριότερο, πρέπει να είμαστε στην πρώτη γραμμή απέναντι στην λογική αμφισβήτησης συνόρων και παρεμβάσεων στα εσωτερικά τρίτων χωρών που προωθεί ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος», όπως εξήγησε ο Αλέξης Τσίπρας, προκρίνοντας «να δοθεί το μήνυμα ότι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις μπορούν να αναπτυχθούν μόνο στην βάση του αμοιβαίου σεβασμού και του αμοιβαίου οφέλους. Δεν θα είμαστε ούτε δεδομένοι ούτε πρόθυμοι σύμμαχοι εις βάρος των συμφερόντων μας και της ειρήνης στην περιοχή. Ούτε πρέπει να επιτρέψουμε να επιστρέψουν οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις σε άλλες εποχές».
Ως προς το διεθνή ρόλο της Ελλάδας, ο πρώην πρωθυπουργός υποστήριξε πως «πρέπει να ενισχύσουμε τον περιφερειακό μας ρόλο στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο. Όπως είπα και πριν, η Ελλάδα οφείλει να αποτελέσει τον πιο ισχυρό ευρωπαϊκό πυλώνα ειρήνης και συνεργασίας στην περιοχή με συγκεκριμένα έργα και πρωτοβουλίες. Και να αξιοποιήσει στο έπακρον τη θέση που θα έχει για δύο χρόνια ως μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας για να αναβαθμίσει την διεθνή και περιφερειακή της θέση. Όπως και τη δυνατότητά της- σε συνεργασία με την Κύπρο- να αξιοποιήσει τα σχήματα συνεργασίας που έχουν αναπτυχθεί τόσα χρόνια. Να οργανώσει διεθνείς πρωτοβουλίες, πχ για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης στην Παλαιστίνη, την προστασία των μειονοτήτων στην Μέση Ανατολή ή την κλιματική κρίση στη Μεσόγειο».
To νέο διεθνές πλαίσιο: Δίκαιο του ισχυρού και επιμονή στην ειρηνική επίλυση διαφορών
Σχολιάζοντας τις τρέχουσες γεωπολιτικές εξελίξεις, «ζούμε στην εποχή της ραγδαίας κατάρρευσης ολόκληρου το διεθνούς πλαισίου όπως το γνωρίσαμε από το 1945 και ειδικά από το 1990 και μετά. Ας έχουμε λοιπόν επίγνωση ότι σήμερα δεν κάνουμε κάτι τόσο απλό όσο θα φαινότανε λίγα χρόνια πριν. Γιατί ξαναθέτουμε με έμφαση τα θέματα της ειρήνης, της ειρηνικής επίλυσης διαφορών και για διεθνούς συνεργασίας, σε μια εποχή που όλες αυτές οι έννοιες δεν είναι καθόλου αυτονόητες αλλά αμφισβητούνται έμπρακτα», όπως επισήμανε ο πρώην πρωθυπουργός.
Και πρόσθεσε: «Ζούμε σε έναν πολυπολικό κόσμο, πολλαπλών κρίσεων και τεράστιων ανισοτήτων, όπου τα αυταρχικά καθεστώτα πολλαπλασιάζονται και γίνονται πιο ισχυρά. Και σε αυτόν τον κόσμο ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος, μας λέει με κάθε τρόπο, πως δεν συμφέρει τις ΗΠΑ να μπουν νέοι, πιο συμμετοχικοί κανόνες – όπως έγινε το 1945 ή το 1990 - ούτε να ενισχυθεί το διεθνές δίκαιο. Και ότι αυτό που συμφέρει τις ΗΠΑ, είναι να κυριαρχήσει το δίκαιο του ισχυρού. Και πως είναι διατεθειμένος ακόμη και να παραβιάσει τα σύνορα άλλων χωρών, ακόμη και να εμπλακεί στα εσωτερικά τους και στις εκλογές τους, υπονομεύοντας εκλεγμένες κυβερνήσεις και στηρίζοντας ακροδεξιά κόμματα. Και όλα αυτά έχοντας στο πλευρό του, επισήμως, τα ισχυρότερα επιχειρηματικά συμφέροντα δισεκατομμυριούχων, που ελέγχουν τα δίκτυα της ενημέρωσης και αποφασίζουν όλο και λιγότερους ελέγχους για την αντιμετώπιση των fake news στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτή είναι η εικόνα του πλανήτη σήμερα».
Οι ευθύνες της Ευρωπαϊκής ηγεσίας
Υπό αυτό το πρίσμα, ο Αλέξης Τσίπρας δεν απέφυγε να αναφερθεί και στις ευθύνες της ευρωπαϊκής ηγεσίας. «Ας μην εκπλήσσονται τόσο πολύ για το πού βρισκόμαστε σήμερα οι ευρωπαϊκές ηγεσίες : Οι οποίες στηρίζουν μεν πολέμους, αλλά δεν θέλουν πρόσφυγες. Θέλουν μεν ξένους εργάτες, αλλά δεν θέλουν αυτοί να έχουν δικαιώματα, Θέλουν την πράσινη ατζέντα, αλλά με τα βάρη να πέφτουν όλα στους πολίτες», δήλωσε.
«Η Ευρώπη στην οποία τα τελευταία χρόνια είδαν τα πλούτη τους να αυγατίζουν δεκάδες πολυεκατομυριούχοι από το εμπόριο με τη Ρωσία μέσα στον πόλεμο, από την πανδημία, ή από την ενεργειακή κρίση, ας μην εκπλήσσεται τόσο πολύ με τις ανισότητες στις ΗΠΑ. Ούτε από τον ρόλο που αποκτούν εκεί οι δισεκατομμυριούχοι. Ούτε και με την αμφισβήτηση της πράσινης ατζέντας. Ένα τέτοιο μέλλον μπορεί δυστυχώς να μην είναι μακριά ούτε για εμάς», υπογράμμισε ο ίδιος.
Ευρωατλαντικές σχέσεις
Ταυτόχρονα, «όσο λάθος είναι να κλείνουμε τα μάτια μας στην υποκρισία της Ευρώπης τα 30 χρόνια που πέρασαν, άλλο τόσο είναι λάθος να αποδεχόμαστε το ψευδοδίλημμα στο οποίο μας βάζει όλο και περισσότερο ο νέος Αμερικανός πρόεδρος. Ότι δηλαδή πρέπει να διαλέξουμε ανάμεσα στην υποκρισία του χθες και τον κυνισμό που μας προτείνει για το μέλλον», αντέτεινε ο κ. Τσίπρας. Στον αντίποδα, «το διεθνές πλαίσιο των τελευταίων δεκαετιών μπορεί να ήταν βασισμένο σε αντιφάσεις, σε αδυναμίες και προφανώς στην αμερικανική ισχύ, αλλά το διεθνές δίκαιο και η φιλελεύθερη δημοκρατία παρέμεναν τα σημεία αναφοράς και επέτρεπαν στους πολίτες να πιέζουν τις κυβερνήσεις τους», παρατήρησε. «Σήμερα, οφείλουμε να παλέψουμε για ένα πιο δίκαιο και συμμετοχικό πλαίσιο διεθνών σχέσεων και όχι να αποδεχτούμε το δίκαιο του ισχυρού, ως σημείο αναφοράς για τον 21ο αιώνα. Χρειαζόμαστε ένα διεθνές σύστημα πολυμερούς διπλωματίας για έναν πολυπολικό κόσμο, όπου θα αποδεχτούμε ότι η Δύση θα είναι ισχυρή, αλλά όχι κυρίαρχη», όπως πρόσθεσε.
Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό «η απάντηση της Ευρώπης πρέπει να είναι ξεκάθαρη: Επιστρέφουμε στις αρχές μας, μαθαίνοντας από τα λάθη των τελευταίων 30 χρόνων». «Δεν αρκεί η ΕΕ να μιλάει για στρατηγική αυτονομία από τις ΗΠΑ και αναβάθμιση της αμυντικής της βιομηχανίας, αν δεν είναι σαφές ποιος είναι ο διεθνής ρόλος που διεκδικεί. Πρέπει να σταματήσει να αφήνει την πρωτοβουλία των κινήσεων αποκλειστικά στις ΗΠΑ και να αποκτήσει ενεργό ρόλο στην επίλυση του Ουκρανικού και του Μεσανατολικού», τόνισε.
Επιπλέον, «στο Μεσανατολικό όπου βλέπουμε πόσο επικίνδυνες είναι οι θέσεις που βάζει ο πρόεδρος Τραμπ στο τραπέζι, πρέπει η ΕΕ σε συνεργασία με αραβικές χώρες, αλλά και σε επαφή με το Ιράν, να θέσει τη συζήτηση στη βάση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης, όπως την ορίζουν οι Αποφάσεις του ΟΗΕ» ανέφερε ο πρώην Πρωθυπουργός, εστιάζοντας στο γεγονός ότι «η ευρωπαϊκή ηγεσία να αναλογιστεί εάν άξιζε τον κόπο, η επιμονή στην αμερικανική πολιτική που άφηνε ανοιχτή την προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ την οποία εκμεταλλεύτηκε ο Ρώσος Πρόεδρος για να εισβάλλει παράνομα στην χώρα. Αλλά βέβαια και για τις επιπτώσεις που είχε ο πόλεμος πρώτα από όλα στον Ουκρανικό λαό, αλλά και στην ευρωπαϊκή οικονομία».
«Όπως και αν έχει σήμερα, οφείλει να χαράξει μια νέα στρατηγική για την ειρήνη για να μην βρεθεί πάλι προ ακόμα χειρότερων εκπλήξεων. Γενικότερα, πρέπει να αναλογιστούμε ότι εάν οι ΗΠΑ επιδιώκουν την μετατόπιση της προσοχής τους στον Ινδικό και τον Ειρηνικό, δημιουργείται ένα τεράστιο κενό στην ευρύτερη περιοχή μας, που η ΕΕ πρέπει να γεμίσει αποκτώντας έναν ενεργό ρόλο στην προώθηση της ειρήνης, του διεθνούς δικαίου, της ειρηνικής επίλυσης διαφορών και του σεβασμού των Συμφωνιών», συμπέρανε ο κ. Τσίπρας.
Ψηφιακή επανάσταση και δημοκρατικός έλεγχος
Τέλος, «στην εποχή της ψηφιακής επανάστασης, υπάρχει ολοένα και λιγότερος χώρος για συλλογικότητα. Ο δημόσιος χώρος καταλαμβάνεται σιγά σιγά από τα κοινωνικά δίκτυα και ο ατομισμός γίνεται η κυρίαρχη αξία. Διαμορφώνοντας μια πραγματικότητα με ελάχιστο δημοκρατικό έλεγχο, την οποία καλούμαστε πρώτα από όλα να κατανοήσουμε και να αξιοποιήσουμε τις μεγάλες δυνατότητες που προσφέρει. Γιατί αν δε μπορέσουμε να την κατανοήσουμε δε θα μπορέσουμε και να την αλλάξουμε», κατέληξε ο κύριος Τσίπρας.