Το νέο project του Wikileaks εγκαινίασε ο Τζούλιαν Ασάντζ, που δεν είναι άλλο από τη δημοσίευση εκατοντάδων αρχείων τα οποία, κατά τα λεγόμενά του, αποκαλύπτει μία διεθνή στροφή των κυβερνήσεων προς την παγκόσμια «βιομηχανία παρακολούθησης των πολιτών».
Τα έγγραφα αποκαλύπτουν τις δραστηριότητες περίπου 160 εταιρειών σε 25 χώρες, οι οποίες αναπτύσσουν τεχνολογίες που έχουν ως στόχο την παρακολούθηση πολιτών μέσω των smartphones, των λογαριασμών email και των ιστορικών περιήγησης στο Ίντερνετ.
«Δημοσιεύουμε πάνω από 287 αρχεία, στα οποία καταγράφεται η πραγματικότητα της διεθνούς βιομηχανίας μαζικής παρακολούθησης- μίας βιομηχανίας η οποία πουλάει εξοπλισμό σε δικτατορικά και δημοκρατικά καθεστώτα, τα οποία παρακολουθούν τις επικοινωνίες ολόκληρων πληθυσμών» δήλωσε ο Ασάντζ σε δημοσιογράφους στο Λονδίνο.
Κατά τα λεγόμενά του, μέσα σε δέκα χρόνια αυτό που ξεκίνησε σαν μία «συγκαλυμμένη» βιομηχανία η οποία απευθυνόταν σε υπηρεσίες πληροφοριών όπως η NSA και η GCHQ εξελίχθηκε σε μία τεράστια πολυεθνική βιομηχανία.
Στα περιλαμβάνονται εγχειρίδια χρήσης προϊόντων παρακολούθησης τα οποία πωλήθηκαν σε καταπιεστικά καθεστώτα του αραβικού κόσμου. «Πρόκειται ακριβώς για τα συστήματα τα οποία θα ήθελε να είχε στη διάθεσή της η Στάζι, της πρώην Ανατολικής Γερμανίας» είπε σχετικά ο Τζέικομπ Άπλμπαουμ, πρώην εκπρόσωπος του Wikileaks και ειδικός σε θέματα υπολογιστών του πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον. «Δυτικές εταιρείες τα πούλησαν σε χώρες όπως η Συρία, η Λιβύη, η Τυνησία και η Αίγυπτος. Αυτά τα συστήματα χρησιμοποιούνται για να διώκονται και να δολοφονούνται άνθρωποι».
Ειδικοί που έχουν ασχοληθεί με το θέμα έχουν προειδοποιήσει ότι στη συγκεκριμένη βιομηχανία υπάρχει παντελής έλλειψη κανόνων και ζητούν από τις κυβερνήσεις να διαμορφωθούν νομικά πλαίσια σχετικά με τις εξαγωγές τέτοιου είδους τεχνολογίας.
Πρόκειται για την πρώτη δημοσίευση αρχείων από το Wikileaks μετά τις 24 Οκτωβρίου, ημερομηνία κατά την οποία είχε ανακοινωθεί η αναστολή των δημοσιεύσεων λόγω «μπλόκου» στη χρηματοδότησή του.