Ερευνητική ομάδα αποτελούμενη από σεισμολόγους και στατιστικολόγους του Πανεπιστημίου Northwestern υποστηρίζει ότι ανάπτυξε μια νέα μέθοδο ή καλύτερα ένα νέο μοντέλο που προβλέπει πότε και πού μπορεί να κάνει την εμφάνιση της μια μεγάλη σεισμική δόνηση.
Τα σημερινά μοντέλα βασίζονται στη μελέτη του μέσου χρόνου μεταξύ προηγούμενων μετρήσεων ενώ το νέο μοντέλο λαμβάνει υπόψη τα ακριβή στοιχεία χρονικής εμφάνισης των σεισμών και των χαρακτηριστικών που αυτοί έχουν κάθε φορά. Αυτό το μοντέλο ίσως δώσει και απαντήσεις στο γιατί ένας σεισμός ακολουθείται στη συνέχεια από αρκετούς μετασεισμούς.
Σύμφωνα με τους ερευνητές τα ρήγματα έχουν «μακροπρόθεσμη μνήμη» ένας όρος που σημαίνει ότι ένας σεισμός δεν απελευθέρωσε όλη την πίεση που δημιουργήθηκε στο ρήγμα με την πάροδο του χρόνου, επομένως μέρος της πίεσης «παραμονεύει» μετά από έναν μεγάλο σεισμό και μπορεί να προκαλέσει και άλλον σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
Οι σεισμολόγοι παραδοσιακά υποθέτουν ότι οι μεγάλοι σεισμοί σε ρήγματα είναι σχετικά τακτικοί και ότι ο επόμενος σεισμός θα συμβεί μετά από περίπου τον ίδιο χρόνο με τους δύο προηγούμενους.
Στην πραγματικότητα, οι σεισμοί μπορεί να συμβούν τόσο νωρίτερα όσο και αργότερα των αναμενόμενων προβλέψεων. «Λαμβάνοντας υπόψη την πλήρη ιστορία των σεισμών, και όχι απλώς τον μέσο όρο με την πάροδο του χρόνου και τον χρόνο από τον τελευταίο σεισμό θα μπορέσουμε να βοηθηθούμε στην πρόβλεψη για το πότε θα συμβούν μελλοντικοί σεισμοί», δήλωσε ο Σεθ Στέιν, καθηγητής Γης και Πλανητών Επιστημών στο Κολλέγιο Τεχνών και Επιστημών Weinberg.
«Όταν προσπαθείς να υπολογίσεις τις πιθανότητες μιας ομάδας να κερδίσει ένα παιχνίδι με μπάλα, δεν θέλεις να κοιτάς μόνο το τελευταίο παιχνίδι και τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο.
Η αναδρομή σε πρόσθετα πρόσφατα παιχνίδια μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη. Μπορούμε τώρα να κάνουμε κάτι παρόμοιο για τους σεισμούς» αναφέρει ο Στέιν.