Στην αρχαία πόλη Γκαθ, αρχαιολόγοι ανακάλυψαν μια κοκάλινη αιχμή βέλους, η οποία μπορεί να είχε εκτοξευτεί από τους υπερασπιστές της πόλης.
Σύμφωνα με την εβραϊκή Βίβλο, ένας βασιλιάς με το όνομα Χαζάελ, ο οποίος κυβέρνησε το βασίλειο του Αράμ από περίπου το 842 π.Χ. έως το 800 π.Χ., κατέλαβε την Γκαθ -γνωστή και ως Tell es-Safi- πριν πάει στην Ιερουσαλήμ.
«Ο βασιλιάς του Αράμ, Χαζαέλ, επιτέθηκε στη Γκαθ και την κατέλαβε. Στη συνέχεια γύρισε για να επιτεθεί και στην Ιερουσαλήμ», αναφέρει το Βιβλίο των Βασιλέων.
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές αποκάλυψαν ότι η επίθεση συνέβη στα τέλη του 9ου αιώνα π.Χ., την εποχή που ο Χαζέλ κατέκτησε την Γκαθ, όπου ζούσαν οι Φιλισταίοι. Σύμφωνα με την Εβραϊκή Βίβλο, η Γκαθ, ήταν η ιδιαίτερη πατρίδα του Γολιάθ.
Το 2019, οι αρχαιολόγοι είχαν ανακαλύψει μια κοκκάλινη αιχμή βέλους στα ερείπια ενός δρόμου στην κάτω πόλη. Η αιχμή του βέλους είχε σπάσει κοντά στον μεσαίο άξονα, ίσως ως αποτέλεσμα βολής, υποδηλώνοντας ότι το βέλος είχε χτυπήσει έναν στόχο, όπως ανέφεραν οι αρχαιολόγοι στο άρθρο τους.
Αυτό το βέλος μπορεί να προέρχεται από ένα εργαστήριο στην Γκαθ, το οποίο προσπαθούσε να κατασκευάσει όσο το δυνατόν περισσότερα βέλη για τους υπερασπιστές της πόλης.
Το εργαστήριο, το οποίο ανακαλύφθηκε το 2006, βρίσκεται περίπου 300 μέτρα μακριά από το σημείο όπου βρέθηκε η αιχμή.
Εκεί, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν αρκετά οστά βοοειδών, που υποδηλώνουν ότι οι άνθρωποι τα χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή αυτών των αντικειμένων.
Οι υπερασπιστές της πόλης, μπορεί να επέλεξαν τα κόκκαλα βοοειδών επειδή το υλικό ήταν άμεσα διαθέσιμο και δεν απαιτείτο πολύ χρόνος για την κατασκευή μιας καλής αιχμής βέλους.
Ένας από τους ερευνητές, ο ζωοαρχαιολόγος Ρον Κεχάτι, έφτιαξε ένα αντίγραφο σε περίπου μια ώρα, όπως δήλωσε η συν-συγγραφέας της μελέτης, Λιόρα Κολσκά Χόρβιτς -επίσης ζωοαρχαιολόγος, που συμμετέχει στο έργο.
Η ομάδα σχεδιάζει να συνεχίσει τις ανασκαφές στην περιοχή αυτό το καλοκαίρι και ελπίζει ότι οι μελλοντικές ανακαλύψεις θα δώσουν περισσότερα στοιχεία για την πτώση της Γκαθ.
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο περιοδικό «Near Eastern Archaeology».