Αλλαγές στη ρύθμιση για τις οφειλές

Βελτιώσεις στην πάγια ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την Εφορία δρομολογεί το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, σε συνεργασία με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), καθώς διαπιστώνεται ότι ελάχιστοι οφειλέτες παραμένουν συνεπείς στις δόσεις.

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, το συνολικό ποσό χρεών προς τη φορολογική διοίκηση ξεπερνά τα 107 δισ. ευρώ. Ωστόσο, μόνο ένα μικρό ποσοστό, κάτω των 5 δισ. ευρώ, βρίσκεται σε καθεστώς ρύθμισης. Από τους οφειλέτες που εντάσσονται σε ρύθμιση, πολλοί τελικά τη χάνουν, κυρίως λόγω αδυναμίας να ανταποκριθούν στις δόσεις.

Ετσι, λοιπόν, το ΥΠΕΘΟ και η ΑΑΔΕ σχεδιάζουν να προχωρήσουν σε επανεξέταση του ισχύοντος καθεστώτος, με στόχο να διευκολυνθούν οι φορολογούμενοι να παραμείνουν εντός της ρύθμισης.

Η νέα διαδικασία, η οποία προγραμματίζεται να υλοποιηθεί μέχρι το τέλος του έτους, θα προβλέπει μεγαλύτερη ευελιξία για όσους καθυστερούν να πληρώσουν μία ή δύο δόσεις, χωρίς να χάνουν αυτόματα τη ρύθμιση. Το νέο σύστημα θα επιτρέπει τη διατήρηση της ρύθμισης με βάση τον αριθμό των μηνών καθυστέρησης. Επιπλέον, θα γίνει μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση για τον αριθμό των οφειλετών που χάνουν τις ρυθμίσεις εξαιτίας αδυναμίας πληρωμής των τρεχουσών δόσεων.

Σήμερα οι ρυθμίσεις των 100, 120, 36-72 δόσεων παραμένουν ενεργές μόνο για παλιά χρέη. Για νέες οφειλές η μόνη ρύθμιση που ισχύει είναι η πάγια, η οποία επιτρέπει την αποπληρωμή σε έως 24 ή 48 δόσεις. Η ΑΑΔΕ αναγνωρίζει ότι πολλοί οφειλέτες δεν είναι στρατηγικοί κακοπληρωτές, αλλά αντιμετωπίζουν προσωρινές οικονομικές δυσκολίες ή τεχνικά προβλήματα. Για τον λόγο αυτό θα αξιολογηθούν τα περιθώρια απώλειας της ρύθμισης των δόσεων ώστε να μη χάνονται οι δόσεις εξαιτίας αυτών των παραγόντων.

Η προηγούμενη βελτίωση του πλαισίου έγινε τον Απρίλιο με τον νόμο 5104/2024, ο οποίος έδωσε στους οφειλέτες που έχουν ενεργές ρυθμίσεις περιθώριο έως τρεις μήνες για να τακτοποιήσουν νέες οφειλές προς την Εφορία. Πριν από την αλλαγή αυτή το περιθώριο ήταν εξαιρετικά περιορισμένο επιβάλλοντας άμεση τακτοποίηση τόσο των παλιών όσο και των νέων οφειλών. Σύμφωνα με την τρέχουσα νομοθεσία, ένας οφειλέτης χάνει τη ρύθμιση αν δεν πληρώσει εμπρόθεσμα μία δόση πέραν της μιας φοράς, καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης για πάνω από έναν μήνα, δεν εξοφλήσει νέα χρέη εντός τριμήνου ή υποβάλει ελλιπή ή ανακριβή στοιχεία κατά την αίτηση για ρύθμιση. Σε δεύτερο στάδιο είναι πιθανό να βελτιωθούν τόσο οι όροι (δόσεις και επιτόκιο) της ρύθμισης όσο και οι προϋποθέσεις.

Σήμερα ισχύουν τα εξής:

Οι οφειλέτες πρέπει να έχουν υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και τις δηλώσεις του φόρου προστιθέμενης αξίας της τελευταίας πενταετίας έως την ημερομηνία της αίτησης (εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα). Οι υπόλοιπες ληξιπρόθεσμες οφειλές του αιτούντος οι οποίες δεν υπάγονται στη ρύθμιση της παρούσας πρέπει να έχουν εξοφληθεί ή τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο (με άλλη ρύθμιση ή αναστολή πληρωμής).

Για συνολικές βασικές οφειλές που υπερβαίνουν το ποσό των 50.000 ευρώ πρέπει να προσκομίζονται στοιχεία από τα οποία προκύπτουν η πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία και η δυνατότητα τήρησης των όρων της ρύθμισης, με έλεγχο και πιστοποίηση αυτών από ανεξάρτητο εκτιμητή (ορκωτούς ελεγκτές – λογιστές, λογιστές φοροτεχνικούς και κατέχοντες άδεια άσκησης δικηγορικού λειτουργήματος). Για συνολικές βασικές οφειλές που υπερβαίνουν το ποσό των 150.000 ευρώ, πέραν της τήρησης των προϋποθέσεων που ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο, απαιτείται η πρόσθετη παροχή εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας για το σύνολο αυτών.

Ανεξάρτητος εκτιμητής θα προσδιορίσει την αξία της προσφερόμενης διασφάλισης. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση των οφειλών που ρυθμίζονται σε έως 24 δόσεις θα πρέπει να αποδεικνύεται η βιωσιμότητα του διακανονισμού. Η βιωσιμότητα τεκμαίρεται από τα στοιχεία που δηλώνονται στην υπεύθυνη δήλωση.

Σε κάθε περίπτωση, ισχύει ο περιορισμός του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης. Ο δε αριθμός των δόσεων της ρύθμισης για τις οφειλές που ρυθμίζονται σε έως 48 δόσεις καθορίζεται με βάση την ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης.

Πηγή: 
http://molonoti.gr

Δείτε επίσης