Ο Ντοναλντ Τραμπ προκαλεί πάντα με τις δηλώσεις του, όμως αυτη την φορά φαίνεται ότι το πήγε ένα βήμα παρακάτω, απειλώντας ακόμα και τους συμμάχους των ΗΠΑ. Στη νέα του προκλητική τοποθέτηση, που έφερε δυσφορία στους ευρωπαίους ηγέτες αλλά και στο ΝΑΤΟ, ο πρώην αμερικανός πρόεδρος που διεκδικεί νέα θητεία στον Λευκό Οίκο, ούτε λίγο ούτε πολύ είπε ότι θα ενθάρρυνε τη Ρωσία να κάνει ό,τι θέλει κατά χώρας - μέλους του ΝΑΤΟ που δεν πληρώνει τις υποχρεώσεις της στη βορειοτλαντική συμμαχία.
Πιο αναλυτικά, μιλώντας κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης στη Νότια Καρολίνα το Σάββατο, ο Τραμπ είπε ότι έκανε τα σχόλιά του για τη Ρωσία κατά τη διάρκεια συνάντησης ηγετών χωρών του ΝΑΤΟ. Αφηγήθηκε στους οπαδούς του ότι ο ηγέτης μιας «μεγάλης χώρας» είχε παρουσιάσει μια υποθετική κατάσταση στην οποία δεν είχε εκπληρώσει τις οικονομικές του υποχρεώσεις εντός του ΝΑΤΟ και είχε δεχθεί επίθεση από τη Μόσχα.
Ο Τραμπ είπε πως ο ηγέτης (την ταυτότητα του οποίου δεν αποκάλυψε) είχε ρωτήσει εάν οι ΗΠΑ θα έρχονταν να βοηθήσουν τη χώρα του σε αυτό το σενάριο. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, του απάντησε: «Δεν πλήρωσες; Είσαι παραβατικός;… Όχι, δεν θα σε προστάτευα, στην πραγματικότητα θα τους παρότρυνα να κάνουν ό,τι θέλουν. Πρέπει να πληρώσεις».
Άμεσα αντέδρασαν και από τον Λευκό Οίκο, καταδικάζοντας τις δηλώσεις του Τραμπ που προκάλεσαν «σεισμό» στην ευρωατλαντική συμμαχία. Εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου σχολίασε ότι ο πρώην πρόεδρος «ενθαρρύνει τις εισβολές των στενότερων συμμάχων μας από δολοφονικά καθεστώτα» και χαρακτήρισε τα σχόλια «αποκρουστικά και απαράδεκτα». Πρόσθεσε ότι η δήλωση «θέτει σε κίνδυνο την αμερικανική εθνική ασφάλεια, την παγκόσμια σταθερότητα και την οικονομία μας στο εσωτερικό».
Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, δήλωσε πως «αναμένω ότι ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τις προεδρικές εκλογές, οι ΗΠΑ θα παραμείνουν ένας ισχυρός και αφοσιωμένος σύμμαχος του ΝΑΤΟ». Και πρόσθεσε πως «το ΝΑΤΟ παραμένει έτοιμο και ικανό να υπερασπιστεί όλους τους Συμμάχους. Οποιαδήποτε επίθεση στο ΝΑΤΟ θα αντιμετωπιστεί με ενιαία και δυναμική απάντηση. Οποιαδήποτε πρόταση ότι οι σύμμαχοι δεν θα υπερασπιστούν ο ένας τον άλλον υπονομεύει όλη την ασφάλειά μας, συμπεριλαμβανομένης αυτής των ΗΠΑ και θέτει Αμερικανούς και Ευρωπαίους στρατιώτες σε αυξημένο κίνδυνο».
Η δημοσκόπηση των Financial Times
Παρόλα αυτά, ο Ντόναλντ Τράμπ συνεχίζει να καλπάζει σε όλες τις δημοσκοπήσεις έστω και με μικρό προβάδισμα του Τζό Μπάιντεν. Οι αμερικανοί πολίτες εμπιστευόνται περισσότερο τον Ντόναλντ Τράμπ από τον Τζό Μπάιντεν για θέματα οικονομίας, όπως τονίζουν οι Financial Times. Σε δημοσκόπηση που διενήργησαν, αποκαλύπεται ότι παρότι η οικονομία των ΗΠΑ καλυτερεύει διαρκώς, εντούτοις οι πολίτες φαίνεται να μην εμπιστεύονται τους χειρισμούς του αμερικανού προέδρου την ώρα μάλιστα που οι φήμες για την κατάσταση της υγείας του, κυρίως της μνήμης του, οργιάζουν.
Είναι χαρακτηριστικό πως στην δημοσκόπηση, το 42% θεωρεί ότι ο Τράμπ είναι ικανότερος για θέματα οικονομίας από τον Τζό Μπάιντεν που συγκεντρώνει το 31%. Πάντως, 1 στους 5, ήτοι το 21%, δεν εμπιστεύεται κανέναν από τους δύο υποψήφιους προέδρους.
Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας, έρχονται μετά τις ευθείες επιθέσεις που δέχεται ο Μπάιντεν από το επιτελείο του Τράμπ διότι «είναι ένας ηλικιωμένος άντρας και δεν μπορεί να ηγηθεί της χώρας». Από την άλλη, παρά τις δικαστικές περιπέτειες, ο Ντόναλντ Τράμπ φαίνεται πως διατηρεί το προβάδισμα του και κερδίζει διαρκώς τους αντιπάλους του στους εσωκομματικούς γύρους.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, πάντως, έχουν και οι στατιστικοί αριθμοί των πολιτών που συμμετείχαν στη συγκεκριμένη δημοσκόπηση. Οι απόφοιτοι πανεπιστημίων, φαίνεται πως έχουν εντελώς διαφορετική εικόνα από όσους πολίτες δεν έχουν ανώτατη εκπαίδευση. Ακόμη, μεγάλες διαφορές εντοπίζονται και στα φύλα καθώς και στις ηλικίες. Το 1/3 των αντρών λένε ότι έχουν θετική εικόνα για την οικονομία ενώ το 1/5 των γυναικών δηλώνει το ίδιο. Ταυτόχρονα, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άνθρωποι διατηρούν μια αισιόδοξη και καλύτερη εικόνα της οικονομίας, από τις νεαρότερες ηλικίες που φαίνονται πιο απαισιόδοξοι.
Όσοι δηλώνουν υπέρ των Δημοκρατικών, στηρίζουν τις πολιτικές Μπάιντεν κατά 71% ενώ με τον Μπάιντεν συμφωνεί μόλις το 5% όσων δηλώνουν Ρεπουμπλικανοί.