Όπως πάντα τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, ο Φρανκ Βέτσινγκ κάνει μια μικρή τελετή στην παραλία του Κάο Λακ. Με τη σύζυγό του Λαντ και τους δύο γιους του, ζωγραφίζει μια καρδιά στην άμμο και τη γεμίζει με κεριά, ανάβει λιβάνι και λέει προσευχές.
Ας θυμηθούμε όμως τι συνέβη. Είναι 26 Δεκεμβρίου του 2004, μια ηλιόλουστη μέρα στη νότια Ταϊλάνδη. Πολλοί τουρίστες ξεφαντώνουν στις παραλίες της θάλασσας Ανταμάν. Ξαφνικά η γη αρχίζει να τρέμει. Το επίκεντρο του τεράστιου υποθαλάσσιου σεισμού μεγέθους 9,1 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ - ο τρίτος ισχυρότερος σεισμός που έχει ποτέ μετρηθεί - σημειώθηκε στα ανοικτά των δυτικών ακτών της Βόρειας Σουμάτρας στον Ινδικό Ωκεανό.
Κανείς ακόμα τότε δεν μπορούσε να φανταστεί το μέγεθος της φυσικής καταστροφής που επρόκειτο να πλήξει και τις ακτές αρκετών γειτονικών χωρών. Τα στοιχεία είναι απίστευτα. Περισσότεροι από 230.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, οι περισσότεροι από αυτούς στην επαρχία Ατσέχ στο νησί Σουμάτρα της Ινδονησίας. Και άλλες χώρες όμως, από τη Σρι Λάνκα μέχρι την Ινδία και την Τανζανία, κατέγραψαν αμέτρητους θανάτους. Στην Ταϊλάνδη τουλάχιστον 5.400 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, από τους οποίους πάνω από 500 Γερμανοί.
Φόβος και πανικός
Ο 39χρονος τότε Φρανκ Βέτσινγκ βρισκόταν στο σπίτι που είχαν νοικιάσει στην Ταϊλάνδη μαζί με τους γονείς του. Σχεδίαζαν να μείνουν μέχρι τον Ιανουάριο για να γιορτάσουν τα 75α γενέθλια του πατέρα του και τα 40ά δικά του γενέθλια. Αμέσως μετά τον τρομερό σεισμό ξαφνικά κόβεται το ρεύμα. Τρεις φορές απανωτά. Ακούγονται φωνές έξω, όλο και πιο δυνατά. Άνθρωποι τρέχουν φοβισμένοι μπροστά από το παράθυρο της κουζίνας του Φρανκ, αυτοκίνητα κορνάρουν. «Δεν ξέραμε τι να κάνουμε και τότε ακούσαμε έναν πολύ παράξενο θόρυβο, σαν ένα τρένο».
Οι Γερμανοί είναι μπερδεμένοι, αλλά ακόμη δεν έχουν συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε να καταλάβουν; Κάποια στιγμή, η μητέρα του είπε πως πλησιάζει το νερό «αλλά δεν σκεφτήκαμε για τσουνάμι. Εξακολουθούσαμε να πιστεύουμε ότι θα ήμασταν ασφαλέστεροι μέσα στο σπίτι», λέει. Όμως το νερό ανέβηκε απότομα, τα παράθυρα έσπασαν και το κύμα κατέκλυσε το σπίτι.
Ο Φρανκ δεν μπορεί να πει πόση ώρα έμεινε μέσα στο νερό στο μπανγκαλόου. Τα πάντα γύρω του ήταν κατάμαυρα, θυμάται. Πίστευε πως δεν θα κατάφερνε να επιζήσει και να δει τη γέννηση του παιδιού του. Κατάφερε όμως να βγει στην επιφάνεια του νερού, ακριβώς κάτω από τη στέγη του μπανγκαλόου. Σκαρφάλωσε σε ένα δέντρο με ένα στρώμα που επέπλεε και ήταν γυμνός από τη μέση και πάνω. Ήταν όμως από τους τυχερούς που κατάφεραν να ζήσουν.
Τίποτα δεν θυμίζει την καταστροφή...
Σήμερα στο σπίτι του στην Ταϊλάνδη έχει χτίσει έναν πύργο διάσωσης, στον οποίο οι καλεσμένοι του θα μπορούσαν να βρουν καταφύγιο σε περίπτωση που συνέβαινε το χειρότερο. Στο Κάο Λακ πάντως σήμερα τίποτα δεν θυμίζει τις τεράστιες καταστροφές που έγιναν τότε. Εντωμεταξύ έχουν κατασκευαστεί παντού καταφύγια για τσουνάμι και έχουν σχεδιαστεί ειδικές διαδρομές που θα χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση εκκενώσεων. Επιπλέον, οι κάτοικοι ενημερώνονται για τους επικείμενους κινδύνους.
Φωτογραφίες και λουλούδια στο Μεμόριαλ Παρκ στο Μπαν Ναμ Κεμ υπενθυμίζουν σήμερα την τότε τρομερή καταστροφή με τους χιλιάδες νεκρούς. Ο Ινδικός Ωκεανός είναι όμως γαλήνιος και κανείς δεν μπορεί να φανταστεί τώρα πόσο τρομακτικός μπορεί να γίνει.