Αφέθηκε ελεύθερος ο γιατρός από το Κέντρο Υγείας Βάρδας

Ελεύθεροι αφέθηκαν μετά τις απολογίες τους ενώπιον του Ανακριτή Αμαλιάδας, και οι τέσσερις κατηγορούμενοι για τις υποθέσεις χορήγησης ψευδών ιατρικών βεβαιώσεων και υπερσυνταγογράφησης φαρμάκων, που φέρονται να τελέστηκαν στο Κέντρο Υγείας της Βάρδας.

Τις σοβαρότερες κατηγορίες αντιμετώπιζε ο γιατρός του Κ.Υ., στον οποίο είχε αποδοθεί από τα στελέχη της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων, ο βασικός ρόλος και στις δύο αυτές υποθέσεις.

Σύμφωνα με πληροφορίες ο κατηγορούμενος απολογήθηκε για κακουργηματικές κατηγορίες που του αποδόθηκαν από την Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αμαλιάδας και αυτές αφορούν τη δωροληψία, έκδοση ψευδών βεβαιώσεων κατ΄ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση, παράβαση καθήκοντος και διευκόλυνση διαμονής αλλοδαπών στη χώρα.

Σε βάρος του επιβλήθηκαν οι περιοριστικοί όροι της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και η καταβολή εγγύησης, ύψους 2.000 ευρώ. Αναφορικά με τον υπήκοο Μπαγκλαντές, συγκατηγορούμενο του γιατρού, σε βάρος του είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για συνέργεια σε δωροληψία και του επιβλήθηκε ο περιοριστικός όρος της εμφάνισης στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής που διαμένει για μια φορά το μήνα.

Πρόκειται για το άτομο στο οποίο τα στελέχη των «Αδιάφθορων» απέδωσαν την ιδιότητα του μεσάζοντα μεταξύ του γιατρού και των αλλοδαπών, καθώς σε αυτόν φαίνεται πως απευθύνονταν οι ενδιαφερόμενοι για την παραλαβή των σχετικών βεβαιώσεων, ώστε στην συνέχεια να εξασφαλίσουν άδεια παραμονής στην Ελλάδα. Στο δεύτερο σκέλος της υπόθεσης, που αφορά την υπερσυνταγογράφηση φαρμάκων, κατηγορούμενοι, εκτός από τον γιατρό, ήταν δύο ιατρικοί επισκέπτες φαρμακευτικής εταιρίας, οι οποίοι διώκονταν για το αδίκημα της δωροδοκίας δημοσίου υπαλλήλου και αφέθηκαν ελεύθεροι χωρίς περιοριστικούς όρους.

Σε δηλώσεις του στην εφημερίδα «Πατρίς» μετά το πέρας της κύριας ανάκρισης ο δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω Παναγιώτης Κοραντζόπουλος που παραστάθηκε ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου γιατρού έκανε λόγο για «ιδιαίτερης δυσκολίας υπόθεση σε νομικό αλλά και πραγματολογικό επίπεδο» και πρόσθεσε πως «η καχυποψία της κοινωνίας για υφέρπουσα διαφθορά ακόμα και σε ενέργειες καθόλα σύννομες, στο χώρο της υγείας ,σε συνδυασμό με την τεχνηέντως δημιουργία «περιρρέουσας ατμόσφαιρας» , δεν κατέστησαν επιδραστικοί παράγοντες προς την κατεύθυνση της επιβολής της εσχάτης προβλεπόμενης δικονομικής μεταχείρισης στον εντολέα μου ,κατά την εργώδη και διεισδυτική ανακριτική διαδικασία».