Η Ελληνίδα αρχιτέκτων μηχανικός Αλεξία Χαλούλη κατάφερε να διακριθεί ανάμεσα σε 200 διαγωνιζομένους από δεκαέξι πανεπιστήμια του Βελγίου για το όραμά της να ανασυγκροτήσει τα πυρόπληκτα τοπία της Β. Εύβοιας, προτείνοντας ένα πρωτοποριακό μοντέλο αποκατάστασης της περιοχής. Η έμπνευσή της προήλθε από τα χωριά του Τελέθριου όρους, τα οποία δεν είχαν πληγεί από τη φωτιά, όπως εξήγησε η ίδια.
Η Χαλούλη, μεγάλωσε στην Πάτρα και σπούδασε στην Αθήνα.
Το καλοκαίρι του 2021, όταν μία από τις πιο καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων ετών στην Ελλάδα έπληττε τη Βόρεια Εύβοια, αφήνοντας στο πέρασμά της χιλιάδες καμένα στρέμματα δάσους.
Η Αλεξία Χαλούλη, αρχιτέκτων μηχανικός, απόφοιτη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, βρισκόταν στο Βέλγιο όπου είχε μετακομίσει για τις μεταπτυχιακές σπουδές της στο Πανεπιστήμιο του Λουβέν.
Μέσα από τις εικόνες της καταστροφής θα δημιουργούσε ένα πρωτοποριακό σχέδιο για την ανασυγκρότηση του κατεστραμμένου τοπίου σε αυτό το σημείο της Ελλάδας.
Η Ελληνίδα επιστήμονας, κατέθεσε την εργασία της και αναδείχθηκε πρώτη ανάμεσα σε 200 υποψηφίους από 16 πανεπιστήμια του Βελγίου, κερδίζοντας το χρηματικό έπαθλο των 3.000 ευρώ το οποίο προσφέρει η κυβέρνηση της Φλάνδρας.
Η στρατηγική αποκατάστασης, στην οποία κατέληξε μέσα από την έρευνά της στην περιοχή της Βόρειας Εύβοιας, συνδέει την περιβαλλοντική με την κοινωνική και την οικονομική διάσταση. Η φωτιά δεν αντιμετωπίζεται μόνο ως καταστροφή, αλλά ως ένα φυσικό, κυκλικό φαινόμενο.
«Καρδιά» της πρότασής της είναι η δημιουργία ενός «μωσαϊκού τοπίου», που περιλαμβάνει ένα σύστημα αντιπυρικών ζωνών, όχι με την παραδοσιακή προσέγγιση, δηλαδή με τον καθαρισμό μιας λωρίδας γης από τη βλάστηση, αλλά χρησιμοποιώντας τις ίδιες τις δενδροκαλλιέργειες της περιοχής –κυρίως τους ελαιώνες και τις συκιές που έχουν μεγαλύτερη αντοχή απέναντι στη φωτιά– ως φυσικά εμπόδια στη διάδοσή της.
Με άλλα λόγια, αυτό που προτείνει η νεαρή επιστήμονας είναι, αντί να «καθαρίσουμε» τη γη για να σταματήσουμε τις φλόγες, να την καλλιεργήσουμε έξυπνα, ώστε φροντίζοντάς τη να δημιουργήσουμε ένα τοπίο που προστατεύει και παράλληλα θρέφει.
«Η έμπνευσή μου προήλθε από την επίσκεψη στα χωριά του Τελέθριου όρους τα οποία δεν είχαν πληγεί από τη φωτιά και μου έδωσαν την οπτική ενός μαγευτικού, παραγωγικού τοπίου με συκιές και ελαιώνες. Το μοντέλο το οποίο ανέπτυξα λοιπόν και το ονόμασα “μωσαϊκό τοπίο” ενώνεται με ένα νοητό νήμα που επανασυνδέει τους οικισμούς με τη φύση μέσα από δίκτυα υποδομών, όπως φυτώρια, σχολεία του δάσους και εργαστήρια, προσφέροντας μία συλλογική, αποκεντρωμένη διαχείριση στους ντόπιους.
Αγροτική παραγωγή, δασική διαχείριση και κατοίκηση ενώνονται κάτω από ένα κοινό σύστημα», εξηγεί η ίδια και προσθέτει: «Το πιο κρίσιμο είναι ότι αυτές οι περιοχές μετά τις πυρκαγιές δεν θα πρέπει να λογίζονται ως απώλειες, αλλά ως μεταβατικά τοπία με δυναμική ανασυγκρότησης».