Η μεταρρύθμιση του 1986 οδήγησε στο σημερινό πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα χωρίς σοβαρά θεσμικά αντίβαρα. Είναι η γενεσιουργός αιτία παθογενειών που ταλανίζουν την πολιτική ζωή και τη χώρα.
Η πεντηκονταετία του Συντάγματος του 1975 αποτελεί πρόκληση για αναστοχασμό, αλλά και προβληματισμό ενόψει της πέμπτης κυοφορούμενης αναθεώρησης.
Είχα το προνόμιο να αποτελέσω μέλος της Συνταγματικής Επιτροπής με απόφαση του Κων. Καραμανλή. Βίωσα, ως νέος Βουλευτής, τη δημιουργική συνεργασία ανάμεσα στις κυρίαρχες τότε πολιτικές δυνάμεις, Ν.Δ. και Ένωση Κέντρου. Το αποτέλεσμα του κλίματος συνεργασίας και συναίνεσης που επικράτησε, ανάμεσα σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις, ήταν η διαμόρφωση ενός καταστατικού χάρτη που εξασφάλισε στη χώρα, επί μισό αιώνα, δημοκρατική ομαλότητα, αδιατάρακτη εναλλαγή κομμάτων στην εξουσία και πολιτική σταθερότητα. Οι συζητήσεις ανάμεσα σε Κων. Τσάτσο, Κων. Παπακωνσταντίνο, Δημ. Τσάτσο, Λ. Κύρκο, Η. Ηλίου ήσαν μαθήματα συνταγματικού δικαίου και υποδείγματα ποιότητας πολιτικού λόγου και πολιτικής αντιπαράθεσης. Η αξία του Συντάγματος του 1975 επιβεβαιώθηκε με την αντοχή των θεσμών κατά τη διάρκεια των αλλεπάλληλων κρίσεων (οικονομική, υγειονομική, ενεργειακή).
Στα πενήντα χρόνια αναθεωρήθηκε τέσσερις φορές (1986, 2001, 2008, 2019). Ουσιαστικές ήταν οι δύο πρώτες. Η πιο σημαντική πολιτικά και θεσμικά ήταν αυτή του 1986. Κατάργησε τις ρυθμιστικές αρμοδιότητες του ΠτΔ. Η Αντιπολίτευση τις είχε χαρακτηρίσει «υπερεξουσίες» και ήσαν η αιτία που όλα τα αντιπολιτευόμενα κόμματα (Ένωση Κέντρου, Νέες Δυνάμεις, ΠΑΣΟΚ, Ενωμένη Αριστερά) απείχαν και δεν υπερψήφισαν το Σύνταγμα, παρά το κλίμα συναίνεσης κατά τη σύνταξή του. Η μεταρρύθμιση του 1986 οδήγησε στο σημερινό πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα χωρίς σοβαρά θεσμικά αντίβαρα. Είναι η γενεσιουργός αιτία παθογενειών που ταλανίζουν την πολιτική ζωή και τη χώρα. Η πρακτική εφαρμογή των αρμοδιοτήτων, μέχρι την κατάργησή τους, διέψευσε τις αιτιάσεις της Αντιπολίτευσης. Όπως έγραψε πρόσφατα ο Αντ. Μανιτάκης «πίστευα και εξακολουθώ να πιστεύω ότι οι φόβοι της τότε Αντιπολίτευσης δεν ήταν απλώς υπερβολικοί, αλλά και δεν ανταποκρίνονταν καν στο προεδρικό πρότυπο, που σχεδίασε και ενσάρκωσε ο Κων. Καραμανλής».
Από συζητήσεις που είχα κάνει με τον Κων. Καραμανλή στο Παρίσι, στα φοιτητικά μου χρόνια, είχα σχηματίσει την εντύπωση ότι είχε ως πρότυπο τον Στρατηγό Ντε Γκωλ και το γαλλικό προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης. Απλή εντύπωση γιατί ο Καραμανλής ποτέ δεν εξωτερίκευε τις μύχιες σκέψεις του. Σου έλεγε μόνο ό,τι αυτός ήθελε να μάθεις. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα οι στενοί συνεργάτες του τον έπεισαν ότι η ανάδειξη ΠτΔ με λαϊκή ψήφο, με δεδομένο τον συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων, την εποχή εκείνη, υπέρ της Κεντροαριστεράς, θα οδηγούσε στην υπερψήφιση κεντροαριστερού υποψηφίου. Συμβιβάστηκε έτσι με τη θεσμοθέτηση περιορισμένων ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων του ΠτΔ οι οποίες με την αναθεώρηση του 1986 καταργήθηκαν.
Έπειτα από μισό αιώνα ισχύος του Συντάγματος η Δημοκρατία μας χρειάζεται αναζωογόνηση των θεσμών, καθώς τα συμπτώματα «κόπωσης» είναι εμφανή. Κυρίαρχο αίτημα είναι η ποιότητα της δημοκρατίας που συνδέεται με την ποιότητα του πολιτικού προσωπικού, τη διαφάνεια της δημόσιας ζωής και την αυστηρή διάκριση των εξουσιών. Καθώς έχει αρχίσει η συζήτηση για νέα αναθεώρηση, πιστεύω ότι δεν πρέπει να περιοριστεί σε μία αποσπασματική αναθεώρηση μεμονωμένων άρθρων. Απαιτείται ευρύτερη
αναθεώρηση του Συντάγματος με στόχο την εξυπηρέτηση των αναγκών της χώρας την επόμενη 50ετία, αλλά και τη διόρθωση ορισμένων στρεβλώσεων που έχουν προκύψει.
Αναφέρομαι ενδεικτικά στον «δημοσιονομικό δικαστικό ακτιβισμό» όπως αποκαλεί ο Καθηγητής Νομικής Αντ. Καραμπατζός, δικαστικές αποφάσεις για «αναδρομικά» κλπ. που θέτουν σε δοκιμασία τις δημοσιονομικές αντοχές της χώρας, ενώ υπερβαίνουν τα όρια ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων. Η φορολογία και η δημοσιονομική πολιτική ανήκουν αποκλειστικά στην Εκτελεστική και Νομοθετική εξουσία. Είναι αυτές που λογοδοτούν στην κοινωνία για τις αποφάσεις τους. Όπως, επίσης, το περίφημο «μισθοδικείο», με το οποίο μερίδα κρατικών λειτουργιών αποφασίζει για τις αποδοχές τους. Επιπλέον ο καταστατικός χάρτης πρέπει να απαλλαγεί από πληθωρικές διακηρύξεις που αποτελούν απλά ευχολόγια και να αποκτήσει τη λιτή και περιεκτική διατύπωση ώστε να ανταποκρίνεται στην ανάγκη προσαρμογής του στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Η πρόταση «Ένα καινοτόμο Σύνταγμα για την Ελλάδα» που διαμόρφωσε ο Στεφ. Μάνος σε συνεργασία με Ν. Αλιβιζάτο, Γ. Γεραπετρίτη, Π. Βουρλούμη, Γ. Κτιστάκη και Φ. Σπυρόπουλο αποτελεί ένα ενδιαφέρον υπόδειγμα. Γι’ αυτό θεωρώ αναγκαία τη συγκρότηση Επιτροπής από εγνωσμένου κύρους προσωπικότητες της Επιστημονικής και δημόσιας ζωής που θα εισηγηθεί τις επιβαλλόμενες αλλαγές. Τέλος, θεωρώ συμβολικά σημαντικό να επανέλθει ως ακροτελεύτιο άρθρο το εμβληματικό 1-1-4 του Συντάγματος του 1952 με την αναγκαία αναρίθμηση των άρθρων.
Το Σύνταγμα μπορεί να συμβάλει, δεν μπορεί όμως να επιβάλει υγιές πολιτικό κλίμα και ήμερα πολιτικά ήθη. Η αγωνία και ο αγώνας του Κων. Καραμανλή. Είναι ευθύνη των πολιτικών ηγεσιών. Σήμερα, το συναινετικό κλίμα του 1975 έχει παραχωρήσει τη θέση του στην τοξικότητα, την εχθροπάθεια και τον μηδενισμό, μέσα στα πλαίσια ενός κομματικού ανταγωνισμού χωρίς όρια και αρχές. Η Αντιπολίτευση αρνείται να συναινέσει στα αυτονόητα. Η συναίνεση πρέπει να αναζητηθεί με την κοινωνία που αποδεικνύει ότι βρίσκεται μπροστά από τα κόμματα, περιχαρακωμένα στον μικρόκοσμό τους. Γι’ αυτό πιστεύω ότι η Συνταγματική Αναθεώρηση πρέπει να αποτελέσει το διακύβευμα της προσεχούς εκλογικής αναμέτρησης. Η ΝΔ να αναζητήσει την πλειοψηφία των 180 εδρών, προτείνοντας ένα σχέδιο που θα αποπνέει το συναινετικό, προοδευτικό και υπερκομματικό κλίμα του 1975.