Η επόμενη μεγάλη ηφαιστειακή καταστροφή για τον πλανήτη είναι πιο πιθανό να προέλθει από ηφαίστεια που φαίνονται ανενεργά και παρακολουθούνται ελάχιστα, παρά από διάσημα ηφαίστεια όπως η Αίτνα στη Σικελία ή το Γέλοουστοουν στις ΗΠΑ.
Αυτά τα «κρυμμένα» ηφαίστεια, συχνά αγνοημένα από την επιστημονική κοινότητα και τις τοπικές αρχές, εκρήγνυνται πολύ συχνότερα απ’ όσο συνειδητοποιούμε, αναφέρει το Science Alert. Σε περιοχές όπως ο Ειρηνικός, η Νότια Αμερική και η Ινδονησία, μια έκρηξη από ηφαίστειο χωρίς ιστορικό καταγεγραμμένης δραστηριότητας συμβαίνει κατά μέσο όρο κάθε επτά έως δέκα χρόνια, συχνά με απρόβλεπτες και εκτεταμένες συνέπειες.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη έκρηξη του ηφαιστείου Hayli Gubbi στην Αιθιοπία, η πρώτη εδώ και τουλάχιστον 12.000 χρόνια. Η έκρηξη εκτόξευσε τέφρα σε ύψος 13,5 χιλιομέτρων, με ηφαιστειακό υλικό να πέφτει στην Υεμένη και να μεταφέρεται στον εναέριο χώρο της βόρειας Ινδίας. Δεν είναι η πρώτη φορά που ένα άγνωστο ηφαίστειο αιφνιδιάζει τον κόσμο: το 1982, το μεξικανικό El Chichón εξεράγη έπειτα από αιώνες αδράνειας. Η «βροχή» από πέτρα, αέρια και τέφρα ισοπέδωσε τροπικά δάση, έφραξε ποτάμια και κατέστρεψε οικισμούς, ενώ η τέφρα έφτασε μέχρι τη Γουατεμάλα. Πάνω από 2.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και 20.000 εκτοπίστηκαν στη χειρότερη ηφαιστειακή καταστροφή στη σύγχρονη ιστορία του Μεξικού.

AP Photo
Όμως οι επιπτώσεις δεν περιορίστηκαν εκεί. Οι τεράστιες ποσότητες θείου από την έκρηξη δημιούργησαν στο ανώτερο στρώμα της ατμόσφαιρας σωματίδια που αντανακλούσαν την ηλιακή ακτινοβολία, ψύχοντας το βόρειο ημισφαίριο και μετατοπίζοντας νότια τον αφρικανικό μουσώνα. Το αποτέλεσμα ήταν ακραία ξηρασία στην Αιθιοπία και την Ανατολική Αφρική, μια περιοχή ήδη επιβαρυμένη από φτώχεια και εμφύλια σύγκρουση. Η λιμός της περιόδου 1983–85 στοίχισε τη ζωή σε περίπου ένα εκατομμύριο ανθρώπους και ελάχιστοι γνωρίζουν ότι ένα απομακρυσμένο, σχεδόν άγνωστο ηφαίστειο έπαιξε ρόλο σε αυτήν την τραγωδία.
Λιγότερα από τα μισά ενεργά ηφαίστεια παρακολουθούνται
Παρά τα διδάγματα του παρελθόντος, η διεθνής επένδυση στη μελέτη και παρακολούθηση των ηφαιστείων παραμένει ανεπαρκής: λιγότερα από τα μισά ενεργά ηφαίστεια στον κόσμο παρακολουθούνται συστηματικά και η επιστημονική έρευνα παραμένει δυσανάλογα επικεντρωμένη στα λίγα πιο διάσημα από αυτά.
Υπάρχουν περισσότερες δημοσιευμένες μελέτες για την Αίτνα απ’ όσες υπάρχουν συνολικά για τα 160 ηφαίστεια της Ινδονησίας, των Φιλιππίνων και του Βανουάτου — μερικές από τις πιο πυκνοκατοικημένες και ταυτόχρονα λιγότερο κατανοητές ηφαιστειακές περιοχές του πλανήτη.
Για να αντιμετωπιστεί αυτή η έλλειψη, επιστήμονες ίδρυσαν πρόσφατα τη Global Volcano Risk Alliance, έναν οργανισμό που στοχεύει στην προληπτική προετοιμασία απέναντι σε εκρήξεις υψηλού αντίκτυπου. Ο οργανισμός συνεργάζεται με επιστήμονες, κυβερνήσεις και ανθρωπιστικές οργανώσεις για την ανάδειξη αγνοημένων κινδύνων, την ενίσχυση των δικτύων παρακολούθησης εκεί όπου υπάρχει η μεγαλύτερη ανάγκη και την προετοιμασία των κοινοτήτων πριν εκδηλωθούν εκρήξεις.
Γιατί χρειάζονται προσοχή
Οι ανθρώπινες προκαταλήψεις, όπως η τάση να θεωρούμε «ασφαλές» ό,τι παραμένει αδρανές για καιρό ή να θυμόμαστε μόνο τις πιο προβεβλημένες καταστροφές, έχουν οδηγήσει σε επικίνδυνες παραλείψεις. Όμως τρία τέταρτα των μεγάλων εκρήξεων προέρχονται από ηφαίστεια που έχουν παραμείνει σιωπηλά για πάνω από έναν αιώνα, και γι’ αυτό ακριβώς χρειάζονται μεγαλύτερη προσοχή.
Η παγκόσμια κοινότητα οφείλει να στραφεί σε περιοχές όπως η Λατινική Αμερική, η Νοτιοανατολική Ασία, η Αφρική και ο Ειρηνικός – στις πιο πυκνοκατοικημένες ζώνες με τα λιγότερο καταγεγραμμένα ηφαίστεια. Εκεί βρίσκονται οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι, αλλά και οι σημαντικότερες δυνατότητες να σωθούν ζωές μέσω στοιχειωδών επενδύσεων σε παρακολούθηση, προειδοποίηση και εκπαίδευση των κοινοτήτων.









