Πρώην στέλεχος της Google εξέφρασε προβληματισμούς για τις πολιτικές του κολοσσού όσον αφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς επιδιώκει επέκταση στην Κίνα και αλλού.
Όπως αναφέρει το BBC, ο Ρος ΛαΤζενές, πρώην επικεφαλής παγκοσμίων διεθνών σχέσεων της εταιρείας, είπε πως «τέθηκε στο περιθώριο» όταν πίεσε την εταιρεία να υιοθετήσει πιο σκληρή στάση.
Η Google σε ανακοίνωσή της υπερασπίστηκε τη στάση της, υποστηρίζοντας πως έχει «ακλόνητη δέσμευση» όσον αφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο ΛαΤζενές, ο οποίος επιδιώκει έδρα στη Γερουσία των ΗΠΑ, είπε ότι η εμπειρία του στη Google τον έχει πείσει ότι απαιτούνται σκληρότεροι κανονισμοί για τις εταιρείες τεχνολογίας. «Δεν γίνεται άλλο τεράστιες εταιρείες τεχνολογίας όπως η Google να μπορούν να επιχειρούν σχετικά απαλλαγμένες από την κυβερνητική επίβλεψη» έγραψε σε ανάρτησή του στο Medium.
Υπενθυμίζεται πως η Google αποχώρησε από την Κίνα το 2010, διαμαρτυρόμενη για τους νόμους περί λογοκρισίας και τις φερόμενες δραστηριότητες κυβερνητικών χάκερ.
Ωστόσο, έκτοτε αναζητεί τρόπους να επιστρέψει στην κινεζική αγορά, προκαλώντας αντιδράσεις: Ενδεικτικά, το πρόγραμμά της ονόματι «Dragonfly» είχε προκαλέσει προβληματισμούς σχετικά με το ενδεχόμενο έγκρισης κυβερνητικών μηχανισμών ελέγχου.
Ως εκ τούτου, η εταιρεία ανακοίνωσε τον Ιούλιο πως ακύρωσε τις προσπάθειές της για ανάπτυξη μιας μηχανής αναζήτησης ειδικά για την Κίνα.
Ο ΛαΤζενές είπε πως η Google απέρριψε τις προσπάθειές του για επισημοποίηση ενός προγράμματος εξέτασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλη την εταιρεία, ακόμα και αν γίνονταν διεργασίες για επέκταση σε χώρες όπως η Κίνα και η Σαουδική Αραβία.
«Κάθε φορά που πρότεινα ένα Πρόγραμμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ανώτερα στελέχη έβρισκαν μια δικαιολογία για να πουν όχι» έγραψε.
«Μετά συνειδητοποίησα ότι η εταιρεία δεν σκόπευε ποτέ να ενσωματώσει αρχές ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις αποφάσεις της για επιχειρηματικά θέματα και θέματα προϊόντων.
Ακριβώς όταν η Google χρειαζόταν να αυξήσει τη δέσμευσή της σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, αποφάσισε αντ'αυτού να κυνηγήσει μεγαλύτερα κέρδη και ακόμα μεγαλύτερη τιμή μετοχής».
Τα σχόλιά του λαμβάνουν χώρα καθώς εντείνονται οι προβληματισμοί για τις πρακτικές των γιγάντων της Σίλικον Βάλεϊ, με πολιτικούς από διαφορετικές πλευρές- όπως η Ελίζαμπεθ Γουόρεν και ο Ντόναλντ Τραμπ- να επικρίνουν τους τεχνολογικούς κολοσσούς.
Σε παρεμφερές πλαίσιο, ομάδα εργαζομένων της Amazon υποστήριξε πως η εταιρεία έχει απειλήσει κάποια από τα μέλη της με απόλυση επειδή διαμαρτύρονται για περιβαλλοντικά ζητήματα. Σύμφωνα με την ομάδα Amazon Employees for Climate Justice, στους εργαζόμενους ειπώθηκε πως παραβίαζαν τις εταιρικές πολιτικές.
Η εξέλιξη αυτή λαμβάνει χώρα αφού εργαζόμενοι της Amazon άρχισαν και αυτοί να συμμετέχουν στις εκκλήσεις προς τον κολοσσό του e-commerce για να κάνει περισσότερα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Σύμφωνα με την εταιρεία, η πολιτική της για τα δημόσια σχόλια από πλευράς εργαζομένων της δεν είναι νέα, και καλύπτει το σύνολο των εργαζομένων.
Σε ανάρτηση στο Twitter, η ομάδα υποστήριξε πως το νομικό τμήμα και το τμήμα ανθρωπίνων πόρων της εταιρείας ήρθαν σε επαφή με κάποιους εργαζομένους και έκαναν ερωτήσεις σχετικά με σχόλια που είχαν κάνει.
«Κάποιοι εργαζόμενοι έλαβαν μετά emails όπου απειλούνταν με απόλυση (termination) εάν συνέχιζαν να μιλούν για τις επιχειρήσεις της Amazon», σύμφωνα με την ανακοίνωση.
Η Amazon ανέφερε στο BBC ότι οι κανόνες δεν ήταν νέοι, προσθέτοντας πως «πρόσφατα ανανεώσαμε την πολιτική και σχετικές διαδικασίες έγκρισης για να κάνουμε ευκολότερο για τους εργαζομένους να συμμετέχουν σε εξωτερικές δραστηριότητες, όπως ομιλίες, συνεντεύξεις και χρήση του logo της εταιρείας».
«Όπως και με κάθε πολιτική της εταιρείας, οι εργαζόμενοι μπορούν να λάβουν σημείωμα από την ομάδα HR μας εάν μάθουμε για περιπτώσεις όπου δεν τηρείται κάποια πολιτική».
Η Amazon Employees for Climate Justice είναι μια ομάδα εργαζομένων της εταιρείας που, όπως λένε, «πιστεύουν ότι είναι ευθύνη μας να διασφαλίσουμε πως τα επιχειρηματικά μας μοντέλα δεν συμβάλουν στην κλιματική κρίση».
Η ομάδα αυτή έχει καλέσει την Amazon να φτάσει σε σημείο μηδενικών εκπομπών ως το 2030, να περιορίσει τη συνεργασία της με εταιρείες ορυκτών καυσίμων και να σταματήσει τη χρηματοδότηση πολιτικών και λομπιστών που αρνούνται την ύπαρξη της κλιματικής αλλαγής.