Παρέμβαση Παπανδρέου υπέρ της Ελλάδας

Τον δικό του τρόπο να παρέμβει υπέρ της Ελλάδας, στις κρίσιμες αυτές ώρες των διαπραγματεύσεων, βρήκε ο Αχαιός πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος με επιστολή-του προς όλους τους θεσμικούς παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ΕΚΤ, του ΔΝΤ και τους ηγέτες των 28 κρατών-μελών της Ένωσης, τους καλεί να συμβάλουν, ώστε να βρεθεί μια αμοιβαία επωφελής λύση στην εν εξελίξει διαπραγμάτευση των εταίρων με την ελληνική κυβέρνηση, απέστειλε ο πρόεδρος του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών Γιώργος Παπανδρέου και αφού έλαβε υπόψη του τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής.

Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του Κινήματος, ο κ. Παπανδρέου:

-Παραθέτει αναλυτικά τα αποτελέσματα που είχαν οι μεγάλες θυσίες των Ελλήνων,

-Αναδεικνύει τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που έγιναν και μάλιστα, σε περιβάλλον λιτότητας, προσπάθειες που διεκόπησαν,

-Υπογραμμίζει τις αδυναμίες και τα προβλήματα που υφισταμένου προγράμματος προσαρμογής, που έδωσε βάρος στη λιτότητα και όχι στις μεγάλες αλλαγές που αντιμετωπίζουν τις αιτίες των προβλημάτων,

-Τονίζει ότι, αντί της αυστηρής δημοσιονομικής λιτότητας και της απουσίας αναπτυξιακών πολιτικών, επιβάλλεται να επιλεγεί η δημοσιονομική υπευθυνότητα και πολιτικές ανάπτυξης,

Ο κ. Παπανδρέου επισημαίνει ότι, μια συμφωνία πρέπει να προβλέπει την ελάφρυνση του βάρους από το χρέος, τη δυνατότητα αντί των πολύ υψηλών πλεονασμάτων να ενισχύεται η ανάπτυξη και να χρηματοδοτούνται κοινωνικά προγράμματα με τα οποία να αντιμετωπίζονται σοβαρά προβλήματα που ταλανίζουν χιλιάδες Έλληνες.

Επίσης καλεί τους αποδέκτες της επιστολής να συμβάλλουν στην επίτευξη μιας αμοιβαίας επωφελούς συμφωνίας και να στηρίξουν μια μεγάλη μεταρρυθμιστική προσπάθεια, την οποία έχει απόλυτη ανάγκη η χώρα.

Ο Πρόεδρος του Κινήματος επαναλαμβάνει ότι η συμφωνία που θα προκύψει, πρέπει να αποτελεί μέρος ενός «Ελληνικού Σχεδίου», το οποίο οι Έλληνες πρέπει να αισθανθούν δικό τους και να το εγκρίνουν μέσω δημοψηφίσματος.

Επίσης επισυνάπτει την επιστολή που είχε στείλει τον Νοέμβριο του 2011 σε όλους τους θεσμικούς παράγοντες της ΕΕ και τους ηγέτες των κρατών-μελών, στην οποία επισήμαινε τα προβλήματα και τις αδυναμίες του προγράμματος προσαρμογής και ζητούσε αλλαγή πορείας.