Σφοδρή κριτική κατά του Αλέξη Τσίπρα και της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ ασκεί με την ομιλία του στην Πολιτική Γραμματεια του κόμματος ο Διονύσης Τεμπονέρας.
Ο ίδιος κάνει λόγο για «θολό» μήνυμα του κόμματος και «ιδεολογική, προγραμματική και οργανωτική του ανεπάρκεια», παρατηρώντας με αφορμή την προεκλογική του στρατηγική πως «ο πολιτικός καιροσκοπισμός γεννάει πολιτική αναξιοπιστία και συνεπακόλουθα, δεν μπορεί να αποτυπώσει, μια σαφή πολιτική φυσιογνωμία».
Ακόμη, ο Συντονιστής της Εκλογικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σχολιάζει για την ηγετική ομάδα πως «η ”από τα πάνω” θεώρηση των πραγμάτων και η προσπάθεια να εμφανιστεί ως πολιτική πρωτοπορία, μια μικρή «ελίτ» που λίγη σχέση είχε με το μαζικό χώρο, στέρησε την δυνατότητα σύνδεσης κόμματος και κοινωνίας», εντοπίζοντας απανωτά «επεισόδια διαρκούς αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, να συνδεθεί με τις μάζες και να αποκτήσει στοιχειώδη ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία».
Αναλυτικά, η ομιλία:
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
η διπλή ήττα των εκλογών, είναι μια ήττα «στρατηγική». Είναι μια εκλογική συντριβή, η οποία απαιτεί εις βάθος ανάλυση, μελέτη και επεξεργασίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές, έχασε το 50% της δύναμης του, σε σχέση με το 2015. Όλες οι κοινωνικές ομάδες, ανεξαρτήτως γεωγραφικού ή άλλου προσδιορισμού αποδοκίμασαν ένα κόμμα, που δεν βρισκόταν στα έδρανα της κυβέρνησης, αλλά σε αυτά της αντιπολίτευσης. Για πρώτη φορά στην μεταπολιτευτική ιστορία, ο χώρος δεξιά του κέντρου, είναι μεγαλύτερος από τον χώρο στα αριστερά του.
Οι πολίτες προσήλθαν στην κάλπη, για να εκφράσουν την πολιτική δυσαρέσκεια και την αποδοκιμασία προς τον ΣΥΡΙΖΑ, τιμωρώντας τον για την ιδεολογική, προγραμματική και οργανωτική του ανεπάρκεια.
Μαζί του καταδίκασαν συμπεριφορές, προγράμματα, πολιτικές αδυναμίες, όπως και τα πρόσωπα, που ταυτίστηκαν μαζί τους, εμού περιλαμβανομένου.
Αυτή η αριστερή εκδοχή, δίχως αρχή, μέση και τέλος, έχει ήδη καταδικαστεί στη συνείδηση των πολιτών και πρέπει να αναγνωρίσουμε, ότι δεν επιδέχεται διόρθωσης, ούτε και «ανασυγκρότησης».
Οφείλουμε να αναμετρηθούμε με την αλήθεια και να αναλάβουμε την πολιτική ευθύνη. Αν θέλουμε να γίνουμε μέρος της λύσης, πρέπει να αναγνωρίσουμε, ότι υπήρξαμε μέρος του προβλήματος.
Δεν είναι εύκολο σε μερικές γραμμές, να πει κανείς τι πρωτο-έφταιξε ή να κάνει σοβαρό απολογισμό. Αυτό θα απαιτήσει βαθύτερη ανάλυση, επεξεργασίες, μελέτη και συλλογική σκέψη, για να εξαχθούν κρίσιμα και χρήσιμα συμπεράσματα για τη συνέχεια.
Πέρα όμως από τα αίτια της ήττας, αυτό που πρέπει να μας προβληματίσει περισσότερο, είναι γιατί δεν προβλέψαμε το αποτέλεσμα των εκλογών, της 21ης Μαΐου. Ίσως αυτή να είναι και η βασική αιτία της ήττας.
Η εξέλιξη αυτή αποδεικνύει, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είμαι μακριά από τις διεργασίες, που συντελούνται στην ελληνική κοινωνία, τα τελευταία χρόνια. Η συζήτηση αυτή, δεν αφορά μόνο όλα όσα έγιναν την τελευταία τετραετία, αλλά θα έλεγα αφορά, όλον τον ιστορικό κύκλο από το 2012 και τις «πλατείες» μέχρι την εκλογική συντριβή, της προηγούμενη Κυριακής.
Η πρόσκαιρη ριζοσπαστικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, το «κύμα» του 2012, η αδυναμία της Αριστεράς, που ερχόταν στην εξουσία, να αρθρώσει ολοκληρωμένη ιδεολογικοπολιτική πλατφόρμα εξουσίας, το «τραύμα» και ο συμβιβασμός του 2015, η κυβερνητική θητεία 2015-2019, το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, η αντιπολιτευτική τακτική της τελευταίας τετραετίας, είναι επεισόδια μιας διαρκούς αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, να συνδεθεί με τις μάζες και να αποκτήσει στοιχειώδη ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία. Η «από τα πάνω» θεώρηση των πραγμάτων και η προσπάθεια να εμφανιστεί ως πολιτική πρωτοπορία, μια μικρή «ελίτ» που λίγη σχέση είχε με το μαζικό χώρο, στέρησε την δυνατότητα σύνδεσης κόμματος και κοινωνίας. Η ανυπαρξία στο συνδικαλιστικό χώρο, στη νεολαία, στην αυτοδιοίκηση, είναι εκκωφαντική. Δεν υπήρξαμε ποτέ κόμμα των εργατών, της νεολαίας, των επιστημόνων, των αγροτών και της διανόησης.
Συνεπακόλουθα, οι απαντήσεις είναι πάντα μερικές, συγκυριακές, χτυπούν στην κοινή λογική ή την κάμπτουν, αν εξυπηρετείται μια πολιτική σκοπιμότητα, που καταλήγει σε ένα διαρκή ετεροκαθορισμό και σε μια αέναη ρευστοποίηση της πολιτικής θέσης. Το μήνυμα μοιραία είναι «θολό», αφού δεν ακουμπά, στα πραγματικά επίδικα. Ο πολιτικός καιροσκοπισμός γεννάει πολιτική αναξιοπιστία και συνεπακόλουθα, δεν μπορεί να αποτυπώσει, μια σαφή πολιτική φυσιογνωμία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει βαθιά κρίση ταυτότητας.
«Είμαστε με τον λαό» λέγαμε συχνά, όμως ο λαός έχει ταξική διάρθρωση, οι αντιθέσεις και τα ταξικά συμφέροντα, δεν μπορούν να είναι ποτέ ενιαία. Στην πολιτική εκφράζεις συμφέροντα, τα οποία δεν κοιτούν προς την ίδια κατεύθυνση. Όταν υπόσχεσαι μια «δίκαιη κοινωνία για όλους», τότε μάλλον παραγνωρίζεις αυτές τις αντιθέσεις.
Η ριζοσπαστικοποίηση αποδεικνύεται, ότι τελικά δεν αφορά μόνο την Αριστερά, αλλά και την Δεξιά, όπως αποδείχτηκε στις πρόσφατες εκλογές. Η Αριστερά έχει μερίδιο ευθύνης για την άνοδο την ακροδεξιάς στη χώρα, όχι μόνο γιατί δεν την αντιμετώπισε στα ίσα, μέσα στην κοινωνία, αλλά και γιατί θεώρησε την μάχη αυτή δευτερεύουσα. Πρώτιστο καθήκον του νέου φορέα, πρέπει να είναι η μάχη απέναντι στο φασισμό.
Όλα τα παραπάνω δεν είναι απλές διαπιστώσεις. Παράγουν πολιτικό αποτέλεσμα και πρέπει να μας οδηγήσουν σε κρίσιμες υπαρξιακές αποφάσεις. Είναι τέτοιες οι αποφάσεις αυτές, που μας οδηγούν στην εξαγωγή των συμπερασμάτων για το μέλλον. Ο οδικός χάρτης της επόμενης μέρας, μπορεί να προκύψει μόνο, αν γίνει ειλικρινής και ψύχραιμη αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος:
Ο νέος ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται ένα συνέδριο απολογισμού, ταυτότητας, θέσεων, πολιτικής φυσιογνωμίας και στρατηγικής. Πρέπει να γίνει διάλογος στη βάση, να κατατεθούν κείμενα συμβολής, να μιλήσουν δημοκρατικά όλα τα μέλη του κόμματος. Να μιλήσουν για όλα, για την κατεύθυνση, για το ύφος, για το πολιτικό σχέδιο, για τις σύγχρονες αντιθέσεις και διαιρετικές τομές, για το μοντέλο του κόμματος, για τις νέες προκλήσεις του αιώνα μας.
Σήμερα (02.04.2025) το απόγευμα στην συνεδρίαση της επιτροπής δεοντολογίας του ΠΑΣΟΚ αναμένεται να αποφασιστεί το τι θα γίνει με το θέμα της Κατερίνας Μπατζελή, η οποία παραπέμφθηκε γιατί...
ΠερισσότεραDetails