Η σκηνή της δολοφονίας του Γιώργου Μοσχούρη, μετατράπηκε σε πεδίο μάχης, καθώς εντοπίστηκαν πάνω από 40 κάλυκες στο σημείο, ένα εύρημα που αποτυπώνει το μέγεθος της επιχείρησης εξόντωσης. Παράλληλα όλο και αυξάνονται τα στοιχεία που προστίθενται στην υπόθεση της μαφιόζικης δολοφονίας το μεσημέρι της Πέμπτης (24/4) στο Χαλάνδρι, έξω από ιδιωτικό ιατρικό κέντρο.
Οι πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους οι αρχές περιγράφουν πλέον μια καλοσχεδιασμένη ενέδρα από τρεις δράστες, δύο εκ των οποίων άνοιξαν πυρ εναντίον του θύματος, ενώ ο τρίτος είχε τον ρόλο του οδηγού διαφυγής.
Οι εκτελεστές, οπλισμένοι με καλάσνικοφ, βγήκαν από ένα όχημα που πλησίασε το θύμα την ώρα που έβγαινε μόνος του από το ιατρικό κέντρο. Τον πυροβόλησαν δεκάδες φορές, αδειάζοντας κυριολεκτικά τους γεμιστήρες.
Παράλληλα, από θαύμα δεν υπήρξε τραυματισμός περαστικού, αφού το σημείο που στήθηκε η ενέδρα είναι από τα πιο πολυσύχναστα της περιοχής. Χαρακτηριστικό της σφοδρότητας του χτυπήματος είναι πως αφενός έσπασαν οι τζαμαρίες του διαγνωστικού κέντρου με αποτέλεσμα να υπάρχουν σημάδια μέχρι και στον γκισέ της επιχείρησης ενώ ακόμη, τέσσερα οχήματα που βρίσκονταν στο σημείο φέρουν σημάδια από τους πυροβολισμούς.
Αφού βεβαιώθηκαν ότι ο 55χρονος ήταν νεκρός, οι δράστες επιβιβάστηκαν ξανά στο αυτοκίνητο και εξαφανίστηκαν. Το όχημα εντοπίστηκε λίγη ώρα αργότερα πυρπολημένο στην περιοχή Πάτημα Χαλανδρίου. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η διαφυγή τους έγινε με δεύτερο όχημα, το οποίο οδηγούσε συνεργός τους που δεν συμμετείχε στον πυροβολισμό.
Η δολοφονία του αποκαλούμενου «θαμνάκια» εντάσσεται, κατά την ΕΛ.ΑΣ., σε έναν κύκλο ξεκαθαρίσματος λογαριασμών εντός της λεγόμενης Greek Mafia. Κύρια ύποπτοι φέρονται να είναι οι «τσιγαράδες» του Εντίκ, μία οργάνωση ομογενών από την πρώην Σοβιετική Ένωση, που κατά τις εκτιμήσεις της αστυνομίας εμπλέκεται ήδη σε τρεις ακόμη εκτελέσεις.
Το παρελθόν του Μοσχούρη δείχνει ότι δεν ήταν άγνωστος στους κύκλους του οργανωμένου εγκλήματος. Τον Ιούλιο του 2020 είχε επιβιώσει από παρόμοια απόπειρα δολοφονίας στη Βούλα, ενώ το όνομά του φιγουράριζε ήδη από το 2002 στη μεγάλη δικογραφία για τη δράση της ελληνικής μαφίας, πλάι σε βαριά ονόματα όπως του Βασίλη Στεφανάκου και του Γιάννη Σκαφτούρου.
Τότε, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., ο Μοσχούρης είχε ρόλο πρωτοπαλίκαρου του διαβόητου Γεράσιμου Λούτσου και συμμετείχε στη δεύτερη ομάδα της εγκληματικής οργάνωσης που είχε αναλάβει εκτελέσεις, εκβιασμούς και λαθρεμπόριο. Αν και στη συνέχεια φυλακίστηκε και, σύμφωνα με ορισμένους, έδειχνε να έχει αλλάξει, τα ίχνη του έδειχναν πως δεν είχε απομακρυνθεί ποτέ πραγματικά από τη σκιά της νύχτας.
Η εν ψυχρώ εκτέλεση, με τόση ισχύ πυρός και τριμελή ομάδα, φανερώνει τη σοβαρότητα του «συμβολαίου θανάτου» – που εκτιμάται πως ξεπερνά σε αμοιβή το ένα εκατομμύριο ευρώ. Οι αρχές εξετάζουν τόσο τους διεθνείς δεσμούς συμμοριών όσο και ανοικτούς λογαριασμούς του θύματος με πρόσωπα του εγχώριου υποκόσμου.
Η έρευνα συνεχίζεται, με τις Αρχές να επιχειρούν να συνθέσουν το παζλ ενός εγκλήματος που σφραγίζει με αίμα τον συνεχιζόμενο «πόλεμο» στην ελληνική μαφία.