Του Παναγιώτη Διαμαντόπουλου*
Από το ρεύμα και τα ενοίκια μέχρι τα τρόφιμα και τις μεταφορές, οι τιμές αυξάνονται με ρυθμούς που ξεπερνούν κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, επιβαρύνοντας την καθημερινότητα των πολιτών.
Τα νεότερα στοιχεία της Eurostat για τον πληθωρισμό Ιουλίου 2025 δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών: η Ελλάδα παραμένει μια από τις ακριβότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και μάλιστα, όχι τυχαία· οι αυξήσεις στις τιμές βασικών αγαθών και υπηρεσιών είναι πολλαπλάσιες σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Ενώ το Υπουργείο Ανάπτυξης περιορίζεται σε ρόλο παρατηρητή και τα περισσότερα ΜΜΕ αποφεύγουν τις ευθείες συγκρίσεις με την υπόλοιπη Ευρώπη, η καθημερινότητα των πολιτών επιβαρύνεται με ανεξέλεγκτες ανατιμήσεις.
Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα:
- Ηλεκτρικό ρεύμα: +18,9% στην Ελλάδα, έναντι μόλις +2,1% στην ΕΕ. Εννέα φορές μεγαλύτερη αύξηση!!!
Το παράδοξο είναι ότι η χώρα κατέγραψε πλεόνασμα στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές, ωστόσο οι τιμές παραμένουν σε αυτά τα επίπεδα εξαιτίας της στρεβλής λειτουργίας της αγοράς και του φαινομένου ολιγοπωλιακών πρακτικών (καρτέλ ενέργειας).
- Ενοίκια: +11,3% στη χώρα μας, όταν στην ΕΕ η αντίστοιχη αύξηση είναι +3,1%.
- Ρούχα: +13,1% στα ανδρικά και +12% στα γυναικεία· στην ΕΕ μόλις +0,2%.
- Φρούτα: +19,2% στην Ελλάδα, έναντι +9,5% στην ΕΕ, παρότι η χώρα μας διαθέτει άφθονη παραγωγή.
- Υποδήματα, κρασί, αεροπορικά εισιτήρια: αυξήσεις έως και πενταπλάσιες σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Το μοτίβο είναι ξεκάθαρο: σχεδόν σε κάθε βασική κατηγορία, από τη στέγαση και την ενέργεια μέχρι την εστίαση και τα τρόφιμα, η Ελλάδα βρίσκεται στις πρώτες θέσεις των ανατιμήσεων.
Κι εδώ γεννάται το κρίσιμο ερώτημα: γιατί;
Δεν μπορεί όλα να αποδίδονται στην «παγκόσμια συγκυρία» ή στις «διεθνείς κρίσεις». Όταν οι πολίτες πληρώνουν ακριβότερα ακόμα και προϊόντα που παράγονται στη χώρα τους, όταν οι τιμές στα είδη πρώτης ανάγκης αυξάνονται με ρυθμούς πολλαπλάσιους της υπόλοιπης Ευρώπης, τότε το πρόβλημα είναι εσωτερικό. Είναι πρόβλημα αγοράς, ελέγχου, πολιτικής βούλησης.
Η Ελλάδα, δυστυχώς, έχει εξελιχθεί σε «ειδική περίπτωση» μέσα στην ΕΕ: μια χώρα όπου η ακρίβεια τείνει να γίνει κανονικότητα. Και όσο το κράτος περιορίζεται σε ρόλο θεατή, τόσο περισσότερο οι πολίτες θα αισθάνονται ότι ζουν σε μια οικονομία που δουλεύει εναντίον τους.
Αν κάτι δείχνουν τα στοιχεία της Eurostat, είναι ότι η ακρίβεια στην Ελλάδα δεν είναι τυχαία, ούτε συγκυριακή. Είναι δομικό σύμπτωμα μιας αγοράς που λειτουργεί με καρτέλ χωρίς πραγματικό ανταγωνισμό και μιας πολιτείας που αδυνατεί ή δεν θέλει να παρέμβει ουσιαστικά.
*Σύμβουλος επιχειρήσεων