Μπορεί η μη δίωξη της τουρκικής κρατικής τράπεζας Halkbank, να ήταν ένα από τα βασικά αιτήματα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, προς τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ώστε να κλείσει η υπόθεση με ένα χαμηλό πρόστιμο για το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, ωστόσο το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, απέρριψε την προσφυγής της, να μην διωχθεί για απάτη, ξέπλυμα μαύρου χρήματος και συνωμοσία, κατηγορίες οι οποίες συνδέονται με την παραβίαση των αμερικανικών κυρώσεων κατά του Ιράν.
Με την απόφασή του, το Δικαστήριο απέρριψε την έφεση της Halkbank που είχε ζητήσει να καταρριφθεί η απόφαση κατώτερου δικαστηρίου που είχε ανάψει «πράσινο φως» για την άσκηση ποινικής δίωξης.
Για τι κατηγορείται η τράπεζα
Η υπόθεση ξεκίνησε το 2019 από ομοσπονδιακούς εισαγγελείς των ΗΠΑ. Η τουρκική τράπεζα αρνείται τις κατηγορίες. Κατά τον Ερντογάν, η διαδικασία είναι παράνομη και απαράδεκτη.
Οι εισαγγελείς της Νέας Υόρκης κατηγορούν την τράπεζα ότι χρησιμοποίησε εταιρείες-βιτρίνες και μεσάζοντες σε Ιράν, Τουρκία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για να βοηθήσει την Τεχεράνη να παρακάμψει τις αμερικανικές κυρώσεις. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η Halkbank μετέφερε κρυφά 20 δισ. δολάρια περιορισμένων κεφαλαίων, μετέτρεπε έσοδα από πετρέλαιο σε χρυσό και μετρητά προς όφελος ιρανικών συμφερόντων και παρουσίαζε εικονικές αποστολές τροφίμων για να δικαιολογήσει τις μεταφορές των χρημάτων.
Η τράπεζα έχει υποστηρίξει στο Ανώτατο Δικαστήριο ότι ως κρατικός φορέας της Τουρκίας, πρέπει να απολαμβάνει ασυλίας από τη δικαιοδοσία ξένων δικαστηρίων.
Όμως το 2023, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ απέρριψε τον ισχυρισμό ότι η Halkbank προστατεύεται από τον νόμο περί ασυλίας ξένων κρατών και ζήτησε από το Εφετείο της Νέας Υόρκης να εξετάσει αν μπορούσε να βρει προστασία με βάση το εθιμικό δίκαιο, κάτι που απορρίφθηκε από το εφετείο.