Νευροεπιστήμονες στο Πανεπιστήμιο του Τέξας βρήκαν έναν τρόπο να μεταφράσουν τις σαρώσεις της εγκεφαλικής δραστηριότητας σε λέξεις χρησιμοποιώντας την ίδια τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης που τροφοδοτεί το διάσημο πλέον πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης ChatGPT.
Η ανακάλυψη θα μπορούσε να φέρει επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο μπορούν να επικοινωνούν οι άνθρωποι που έχουν χάσει την ικανότητα να μιλούν. Είναι μόνο μια πρωτοποριακή εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης που αναπτύχθηκε τους τελευταίους μήνες, καθώς η τεχνολογία συνεχίζει να προοδεύει και φαίνεται έτοιμη να αγγίξει κάθε μέρος της ζωής μας και της κοινωνίας μας.
«Δεν μας αρέσει να χρησιμοποιούμε τον όρο ‘διάβασμα μυαλού’. Πιστεύουμε ότι η τεχνολογία δημιουργεί πράγματα για τα οποία στην πραγματικότητα δεν είμαστε ικανοί» λέει ο Αλεξάντερ Χαθ, επίκουρος καθηγητής νευροεπιστήμης και επιστήμης υπολογιστών στο Πανεπιστήμιο του Τέξας που προσφέρθηκε να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας για αυτή τη μελέτη, περνώντας πάνω από 20 ώρες σε ένα μηχάνημα λειτουργικής απεικόνισης μαγνητικού συντονισμού (fMRI) ακούγοντας ηχητικά αρχεία ενώ το μηχάνημα κατέγραφε λεπτομερείς φωτογραφίες του εγκεφάλου του.
Ένα μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης ανέλυσε τον εγκέφαλό του και τον ήχο που άκουγε και, με την πάροδο του χρόνου, κατάφερε τελικά να προβλέψει τις λέξεις που άκουγε απλώς παρακολουθώντας την εγκεφαλική του δραστηριότητα.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν το γλωσσικό μοντέλο της αμερικανικής εταιρείας OpenAI που δημιούργησε το ChatGPT. Tο νέο μοντέλο έμαθε πώς κατασκευάζονται οι προτάσεις, ουσιαστικά πώς μιλούν και σκέφτονται οι άνθρωποι.
Οι ερευνητές εκπαίδευσαν το μοντέλο ώστε να αναλύει τη δραστηριότητα του εγκεφάλου του Χαθ και των άλλων εθελοντών ενώ άκουγαν συγκεκριμένες λέξεις. Τελικά η τεχνητή νοημοσύνη έμαθε αρκετά ώστε να μπορεί να προβλέψει τι άκουγαν ή έβλεπαν ο Χαθ και οι άλλοι παρακολουθώντας τη δραστηριότητα του εγκεφάλου τους.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η τεχνολογία αυτή υπόσχεται πολλά αλλά είναι ακόμη στα αρχικά στάδια της ανάπτυξης της. «Η πραγματική πιθανή εφαρμογή αυτού είναι να βοηθήσουμε τους ανθρώπους που δεν μπορούν να επικοινωνήσουν» αναφέρει ο Χαθ που με τους συνεργάτες του εκτιμούν ότι θα μπορούσε αυτή η τεχνολογία να χρησιμοποιηθεί στο μέλλον από άτομα με σύνδρομο «κλειδώματος», θύματα εγκεφαλικού και άτομα των οποίων ο εγκέφαλος λειτουργεί αλλά δεν μπορούν να μιλήσουν.
«Η δική μας είναι η πρώτη απόδειξη ότι μπορούμε να έχουμε αυτό το επίπεδο ακρίβειας χωρίς χειρουργική επέμβαση στον εγκέφαλο. Επομένως, πιστεύουμε ότι αυτό είναι το πρώτο βήμα σε αυτόν τον δρόμο για να βοηθήσουμε πραγματικά άτομα που δεν μπορούν να μιλήσουν χωρίς να χρειαστεί να υποβληθούν σε νευροχειρουργική επέμβαση» λέει ο Χαθ.