"Σεντ Ομέρ" στις 13.11 στην Πάτρα
ΣΕΝΤ ΟΜΕΡ – SAINT OMER
-
Σκηνοθεσία: Αλίς Ντιόπ
-
Σενάριο: Αλίς Ντιόπ, Αμρίτα Ντέιβιντ, Μαρί Ντιάγε.
-
Ηθοποιοί: Καγιζέ Καγκάμε, Γκουσλαζί Μαλάντα, Βαλερί Ντρεβίλ..
-
Φωτογραφία: Κλερ Ματόν.
-
Μοντάζ: Αμρίτα Ντέιβιντ
-
Μουσική: Τιμπό Ντεμποέσν
-
Χώρα: Γαλλία (Έγχρωμη)
-
Διάρκεια: 122΄
-
Διανομή: One from the Heart
Διακρίσεις: 20 Βραβεία και 41 Υποψηφιότητες.
Palm Springs International Film Festival
2023 Winner Directors to Watch 2023, 2 Βραβεία, FIPRESCI και καλύτερης ξενόγλωσης ταινίας.
Black Reel Awards 2023, Βραβείο Εξαίρετης διεθνούς ταινίας.
Toronto Film Critics Association Awards 2023, Βραβείο καλύτερης διεθνούς ταινίας.
African-American Film Critics Association (AAFCA)2023, Βραβείο καλύτερης διεθνούς ταινίας.
International Cinephile Society Awards 2023, Βραβείο καλύτρης ηθοποιού.
César Awards, France 2023, Βραβείο καλύτερης πρώτης ταινίας.
IndieLisboa International Independent Film Festival, Βραβείο – Ειδική Μνεία στην Alice Diop.
Mediterrane Film Festival 2023, Βραβείο Καλύτερου Σεναρίου.
The Guardian's Best Films 2023, Βραβείο καλύτερης ταινίας.
Venice Film Festival 2022, 3 Βραβεία, Αργυρός Λέων, Καλύτερο ντεμπούτο, και Βραβείο Edipo Re Award.
Chicago International Film Festival 2022, Βραβείο Silver Hugo στο Σενάριο.
Ghent International Film Festival 2022, Μέγα Βραβείο καλύτερης ταινίας.
Prix Jean Vigo, Βραβείο καλύτερης ταινίας.
Seville European Film Festival 2022, 2 Βραβεία, καλύτερης ταινίας και Σεναρίου.
National Board of Review, USA2022, Βραβείο «Πέντε Κορυφαίεες διεθνείς ταινίες».
Hainan International Film Festival 2022, Βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας.
2η θέση στην ψηφοφορία των καλύτερων ταινιών 2022, Περιοδικό Sight and Sound.
Στο δικαστήριο της μικρής πόλης Σεντ Ομέρ μια νεαρή γυναίκα από τη Σενεγάλη δικάζεται για τον εσκεμμένο θάνατο του παιδιού της. Καθώς ξετυλίγεται η διαδικασία τίποτε δεν μοιάζει με αυτό που φαίνεται.
H συγκλονιστική ταινία της Αλίς Ντιόπ που κέρδισε τον Αργυρό Λέοντα - Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Βενετίας, το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο φετινό Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου και υπήρξε ανάμεσα στις 9 φιναλίστ για το Οσκαρ Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας.
"Saint Omer is an unforgettable film. As dense as tense in its tonality the unspeakable is being voiced. the gravity of its story and its actress teaches us on an existential level what it means to be lost yet highly intelligent and aware whilst facing the theater of trial and ethics of so perceived justice." (από τη βράβευση της ταινίας στο IndieLisboa International Independent Film Festival, Βραβείο – Ειδική Μνεία στην Alice Diop).
"A brave story about motherhood and xenophobia, told through a surprising yet very effective parallel narrative where what is said in one story might be felt in the other." (από τη βράβευση της ταινίας στο Chicago International Film Festival.)
Αργυρό Λιοντάρι στη Βενετία και πλήθος άλλων βραβείων για ένα λιτό, αυστηρό και μεθοδικά αφηγημένο δικαστικό δράμα, το οποίο περιγράφει διακριτικά, μα καίρια, μια πολυπολιτισμική πραγματικότητα γεμάτη άλυτες αντιφάσεις.
Μια συγγραφέας αρχίζει να αμφισβητεί τα «πιστεύω» της, καθώς παρακολουθεί τη δίκη μιας νεαρής αφρικανικής καταγωγής, η οποία κατηγορείται ως υπεύθυνη για το θάνατο της δεκαπέντε μηνών κόρης της.
Το 2016, μια δίκη στο Σεντ Ομέρ, στα βορειοανατολικά σύνορα της Γαλλίας με το Βέλγιο, απασχόλησε έντονα τον γαλλικό Τύπο. Η 39χρονη, σενεγαλέζικης καταγωγής Φαμπιέν Καμπού κάθισε στο εδώλιο κατηγορούμενη για τον προ τριετίας φόνο της μόλις δεκαπέντε μηνών κόρης της, την οποία εγκατέλειψε στην παραλία. Φοιτήτρια αρχιτεκτονικής και κατόπιν φιλοσοφίας, άρχισε να έχει ψυχολογικά προβλήματα όταν, έπειτα από δύο εκτρώσεις, έμεινε ξανά έγκυος εκτός γάμου και κράτησε κρυφή ακόμα και από τη μητέρα της τη γέννηση του παιδιού. Υποφέροντας από παραισθήσεις, ήταν πεπεισμένη πως της έκαναν μάγια και έτσι δεν μπορούσε να αντισταθεί στην εσωτερική παρόρμησή της να το σκοτώσει. Ταξίδεψε ως το Μπερκ σιρ μερ, κοντά στο Σεντ Ομέρ, με σχέδιο να το πνίξει και το βράδυ το άφησε μόνο του στην παραλία, όπου βρέθηκε νεκρό την επόμενη ημέρα. Παρότι διαγνώστηκε με "παρανοϊκές κρίσεις", η Καμπού κρίθηκε τελικά ικανή να δικαστεί και καταδικάστηκε σε εικοσαετή φυλάκιση.
Ανάμεσα στους ακροατές της διαβόητης δίκης ήταν και η 37χρονη σκηνοθέτρια Αλίς Ντιόπ, σεναγαλέζικης επίσης καταγωγής, η οποία έπειτα από μια σειρά ντοκιμαντέρ πάνω σε περιθωριακές ομάδες της σύγχρονης γαλλικής κοινωνίας αποφάσισε να διασκευάσει την ιστορία της Καμπού ως την πρώτη ταινία μυθοπλασίας της. Μετονομάζει την κατηγορουμένη σε Λοράνς Κολί και στη δική της θέση, ως μάρτυρα της όλης διαδικασίας, τοποθετεί μια νεαρή συγγραφέα αφρικανικής καταγωγής, τη Ραμά, η οποία θέλει να εμπνευστεί από την ιστορία για μια μοντέρνα διασκευή του μύθου της Μήδειας. Είναι κι εκείνη λίγων εβδομάδων έγκυος και σκέφτεται αν πρέπει να κρατήσει μυστικό το γεγονός από την οικογένειά της.
Η Ντιόπ αντιπαραβάλλει τη Λοράνς με την ηρωίδα του Ευριπίδη, θέτοντας τολμηρές ερωτήσεις πάνω στη σύγχρονη έννοια της μητρότητας, αλλά και των αδιάσειστων ταμπού (παιδοκτονία), τα οποία συνέχουν μια ολόκληρη κοινωνία. Σκηνοθετεί με ντοκιμαντερίστικη ακρίβεια και μπρεσονική λιτότητα, τονίζοντας διαθέσεις και ρόλους με μια ευφυή σκηνογραφική και ενδυματολογική σημειολογία. Ψύχραιμα και σταθερά, κρατά απόσταση από τα πάθη των ηρωίδων της, στοχεύοντας όχι να συγκινήσει, αλλά να προβληματίσει το θεατή. Αν και τα ερωτήματα που βασανίζουν τη Ραμά είναι σεναριακώς "καθοδηγούμενα", ο διδακτισμός μένει στη γωνία και η ψυχρή περιγραφή πολιτισμικών αντιλήψεων, πατριαρχικών συμπεριφορών, ψυχολογικών συμπλεγμάτων και ιστορικών δεδομένων (η αποικιοκρατία) ρίχνουν λοξή, μα διεισδυτική ματιά σε μια πολυδιάστατη αντιφατική πραγματικότητα. Στο κέντρο της στέκεται μια γυναίκα και μια μετανάστρια σε αναζήτηση ταυτότητας, με την Ντιόπ να επισημαίνει τα πολλαπλά αδιέξοδα της προσπάθειάς της και να κερδίζει με το αντισυμβατικό δικαστικό δράμα της το Αργυρό Λιοντάρι στη Βενετία και το Σεζάρ πρώτης ταινίας.
Χρήστος Μήτσης
Βαθιά ριζωμένη στη συλλογική συνείδηση ως το ειδεχθέστερο έγκλημα όλων, η παιδοκτονία σοκάρει και προκαλεί τον αποτροπιασμό γιατί διαταράσσει συθέμελα μία από τις πιο βασικές αρχές της παγιωμένης κοινωνικής συνοχής, αυτή της άδολης γονεϊκής αγάπης. Δεν χρειάζεται να πάμε, όμως, πιο μακριά από την επικαιρότητα της χώρας μας, για να διαπιστώσουμε ότι αυτό το έγκλημα δοκιμάζει επίσης κάθε φορά το κράτος δικαίου, τα δικαιώματα του (κάθε) κατηγορουμένου σε μια δίκαιη δίκη, την αποδοκιμασία που μπορεί να οδηγήσει στον μιντιακό κανιβαλισμό, την ικανότητα να ξεχωρίσουμε τον άνθρωπο πίσω από το τέρας. Στο εδώλιο του κατηγορουμένου, αλλά και γύρω από αυτό.
Στο «Σεντ Ομέρ» της πρωτοεμφανιζόμενης στη μυθοπλασία και βραβευμένης με το ντοκιμαντέρ «Nous» (Εμείς) στο τμήμα Encounters της Μπερλινάλε, Αλίς Ντιόπ, η πραγματική ιστορία μια παιδοκτονίας στην επαρχιακή πόλη του τίτλου γίνεται η αιτία για να μετατρέψει η σενεγαλικής καταγωγής Γαλλίδα σκηνοθέτης την αίθουσα του δικαστηρίου σε ένα πεδίο μάχης, όπου συγκρούονται όλες οι ιδέες και οι προκαταλήψεις για το φύλο, τη φυλή, τη μόρφωση, τη μητρότητα και τις βασικές αξίες του δυτικού πολιτισμού με έναν απρόβλεπτα συναρπαστικό τρόπο.
Εχοντας ως βάση τα γεγονότα και τα πρακτικά της δίκης στην υπόθεση της ομοεθνούς της Φαμπιέν Καμπού, η οποία το 2013 εγκατέλειψε το μωρό της στην παραλία για να το πνίξει η παλίρροια και μετά παραδέχτηκε στο δικαστήριο την ενοχή της, αλλά ισχυρίστηκε πως έπεσε θύμα μαύρης μαγείας, η Ντιόπ αναπλάθει δραματουργικά τα όσα συνέβησαν μέσα στη δικαστική αίθουσα με ελάχιστες αποκλίσεις και εστιάζει με έναν δωρικό και αποδραματοποιημένο τρόπο στα πρόσωπα των βασικών συντελεστών της δίκης, αναζητώντας με έναν υβριδικό συνδυασμό σινεμά τεκμηρίωσης και θεατρικότητας σε κάθε ένα από αυτά την αλήθεια πίσω από κάθε βλέμμα, λέξη, σιωπή, μορφασμό και χειρονομία, με μία χειρουργική ακρίβεια που παγώνει το αίμα και ανατρέπει όλα τα κλισέ του δικαστικού δράματος, όπως αποτυπώνεται συνήθως στη μεγάλη οθόνη.
Η ίδια η Ντιόπ είχε παρακολουθήσει τη δίκη της Καμπού, όχι μόνο επειδή μοιράζεται την ίδια καταγωγή με την κατηγορούμενη, αλλά επειδή είναι και εκείνη μητέρα ενός παιδιού μεικτής καταγωγής. Γι’ αυτό και όλη η ταινία εκτυλίσσεται σοφά από την οπτική γωνία του alter ego της, της Ραμά, μιας αφρικανικής καταγωγής καθηγήτριας πανεπιστημίου, που στους πρώτους μήνες της εγκυμοσύνης της αναζητά τι μπορεί να ενώνει και να χωρίζει τόσο βαθιά δύο γυναίκες με παρεμφερές πολιτισμικό background, αμφότερες ανώτερου μορφωτικού επιπέδου και καταγόμενες από φτωχές οικογένειες μεταναστών.
Με αφετηρία ένα απόσπασμα από το «Χιροσίμα, Αγάπη μου» και τον μοναδικά λυρικό λόγο της Ντιράς για τη δημόσια διαπόμπευση των γυναικών που τις οδηγεί στη Θεία Χάρη και με κατάληξη την αναπόφευκτη Μήδεια, εδώ με την εμβληματική μορφή της Μαρίας Κάλλας στην ταινία του Πιερ Πάολο Παζολίνι, η Ραμά και κατ’ επέκταση η Ντιόπ θέτουν ερωτήματα για την ορατότητα των μαύρων γυναικών στη ζωή και στον κινηματογράφο, τη σύγκρουση της αφρικανικής κουλτούρας με τον ευρωπαϊκό τρόπο σκέψης, τη μητρότητα και την άρνησή της με τον πιο τραγικό τρόπο ως τυφλή εξέγερση στα πάντα.
Το πιο σημαντικό, όμως. είναι ότι αφήνουν τον θεατή να ψάξει να βρει μόνος του τις απαντήσεις και κυρίως να συλλογιστεί πάνω στη σημασία που έχουν αυτές οι ίδιες οι ερωτήσεις, σε έναν κόσμο όπου όλα, ακόμα και η απονομή της (ως γνωστόν, τυφλής) δικαιοσύνης κρίνονται από το προνόμιο.
10 Απρ Τάσος Χατζηευφραιμίδης
Έγραψαν για την ταινία:
«Σαγηνευτική. Ένα συναρπαστικό δράμα δωματίου για την απομόνωση και τη θλίψη της μητρότητας, και τις φυλετικές διακρίσεις. Θυμίζει τη γραφή της Τόνι Μόρισον». THE HOLLYWOOD REPORTER
«Εξαιρετικά πολύπλευρη. Ένα ήσυχα βαρυσήμαντο δικαστικό δράμα που ξαναγράφει τους κανόνες του παιχνιδιού». VARIETY
«Ακατέργαστο, συγκλονιστικό ταλέντο. Εκπληκτική, έξυπνη, όμορφη, συμπονετική, παίρνει 10 στα δέκα». AWARDS DAILY
«Ένα δυνατό και προσωπικό έργο που συνδυάζει ευαισθησία και πνευματική σπιρτάδα. Μας παρουσιάζει μια σύνθετη γυναίκα που δεν παρουσιάζεται ως θύμα, όπως συμβαίνει συχνά με τους γυναικείους χαρακτήρες μεταναστριών από την Αφρική». SCREEN INTERNATIONAL
«Η Ντιόπ έχει ένα εξίσου αγέρωχο βλέμμα όπως αυτό του Τρούμαν Καπότε στο κλασικό βιβλίο του Εν Ψυχρώ». INDIEWIRE
«Ένα υπέροχα πολύπλοκο σενάριο από την Ντιόπ. Θυμίζοντας γίγαντες του γαλλόφωνου σινεμά, η Ντιόπ έχει μια μοναδική οπτική που επαναπροσδιορίζει έναν οικουμενικό μύθο». IONCINEMA
«Αυτή η λεπτομερής πραγματεία γύρω από την τραγωδία της μητρότητας σηματοδοτεί το εξαιρετικό ντεμπούτο της Αλίς Ντιόπ στη μυθοπλασία». LITTLE WHITE LIES
«Οι δύο πρωταγωνίστριες κάνουν εξαιρετική δουλειά παρουσιάζοντας πράγματα που μένουν ανείπωτα. Η Ντιόπ δεν ζητά από τους θεατές να συμπονέσουν την Λοράνς, αλλά να έχουν ανοιχτό μυαλό και να δείξουν μια κάποια κατανόηση». DEADLINE
Η σκηνοθέτιδα ντοκιμαντέρ Αλίς Ντιόπ παρουσιάζει μια συναρπαστική ταινία μυθοπλασίας με τη μορφή ενός δικαστικού δράματος, βασισμένη σε μια αληθινή υπόθεση: μυστηριώδης, τραγική και καθηλωτική. Η λιτότητα και η ισορροπία αυτής της ταινίας ήρεμου ρυθμού, η συναισθηματική αυτοσυγκράτηση και η ηθική σοβαρότητα της, καθώς και η υπαινικτικά εξομολογητική διάσταση που αφορά την ίδια την Ντιόπ, προσφέρουν μια εκπληκτική εμπειρία.
Alice Diop
Γεννήθηκε το 1979 στη Aulnay-sous-Bois, Seine-Saint-Denis, Γαλλία. Είναι σκηνοθέτης και σεναριογράγος. Για τις ταινίες της έχει κερδίσει 22 Βραβεία και 30 Υποψηφιότητες.
Φιλμογραφία: Σεντ Ομέρ 2022, H 24, 24h de la vie d’une femme TV Series 2021, Nous 2021, RER B Short 2017, Vers la tendresse Short 2016, La permanence 2016, La mort de Danton 2011, Dimanch investigation TV Series 2006.