«Η μελέτη που έφτασε στα χέρια μας είναι ελλιπής, εμπεριέχει πολλά σημεία που δημιουργούν απορίες και εύλογες αντιρρήσεις, ενώ επιπλέον, όχι μόνο δεν προσφέρει καμία εγγύηση ότι το έργο εκτροπής του Αχελώου - για το οποίο έχει ήδη εκφραστεί αρνητικά η δικαιοσύνη έξι φορές! - δε θα επιχειρηθεί να αναστηθεί κάποια στιγμή στο άμεσο ή απώτερο μέλλον, αλλά αφήνει υπόνοιες ακριβώς για το αντίθετο.
Λυπάμαι που το λέω, αλλά έχουμε να κάνουμε με μία Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που σχολιάζει ακόμα και αποφάσεις της δικαιοσύνης, κάνοντας πολιτικές κρίσεις και άρα, δεν είναι μία επιστημονική μελέτη αλλά μάλλον μία… “Μελέτη Πολιτικών Επιπτώσεων”, την οποία όλοι οι αρμόδιοι φορείς της Πολιτείας οφείλουν να επανεξετάσουν.
Εμείς, ως Περιφερειακή Αρχή, όχι μόνο εκφράζουμε την αντίθεσή μας, αλλά θα φέρουμε το ζήτημα και στο Περιφερειακό Συμβούλιο, ώστε το ανώτατο διαβουλευόμενο όργανο της Δυτικής Ελλάδας να λάβει γνώση και, ομόφωνα θέλουμε να πιστεύουμε, να διατυπώσει τη σαφή αντίρρησή του. Διότι, το ζήτημα δεν είναι καν τοπικό, δεν είναι ζήτημα μόνο της Αιτωλοακαρνανίας. Η ορθή διαχείριση των φυσικών πόρων είναι ζήτημα που αφορά συνολικά τη Δυτική Ελλάδα, αλλά και όλη τη χώρα» υπογράμμισε ο Περιφερειάρχης.
Παρουσιάζοντας τα στοιχεία πάνω στα οποία εδράζονται οι σοβαρές αντιρρήσεις της περιφερειακής Αρχής, ο κ. Φαρμάκης, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στα εξής σημεία:
Η εκτίμηση της λειτουργίας του φράγματος έχει γίνει με υδρολογικά στοιχεία περιόδου 1975-2004 χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τυχόν επικαιροποιημένα πρόσφατα στοιχεία.
Στη μελέτη δεν έχει ληφθεί υπόψη το από 29-10-2019 κείμενο διαβούλευσης του Περιφερειακού Σχεδίου για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή της Περιφέρειας Δυτ. Ελλάδας και δεν έχει μελετηθεί η επίδραση συγκεκριμένων κλιματικών δεικτών, προκειμένου να εκτιμηθεί η ασφάλεια των υδροηλεκτρικών σταθμών του συγκεκριμένου έργου και το πώς επηρεάζονται διάφοροι οικολογικοί παράμετροι.
Δεν έχουν συνταχθεί τα απαραίτητα σχέδια εκτάκτου ανάγκης, για την περίπτωση διαφόρων βαθμών αστοχίας του φράγματος.
Δε διασφαλίζεται για τη Δυτική Ελλάδα η πρόσβαση σε στοιχεία υδροληψιών καθώς δεν υφίσταται κατάλληλος ηλεκτρονικός μετρητικός εξοπλισμός και δεν έχει σχεδιαστεί πρόγραμμα παρακολούθησης και ένταξης του στο Εθνικό Δίκτυο Παρακολούθησης Υδάτων.
Υπάρχει ασάφεια του έργου ακόμα και σε σχέση με το ισχύον Χωροταξικό Σχέδιο της Θεσσαλίας.
Το έργο, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του ούτε καν τις δικαστικές αποφάσεις, εξακολουθεί να έχει απαράδεκτες αναφορές στην εκτροπή του Αχελώου, γεγονός που δημιουργεί έντονη ανασφάλεια ως προς τις μελλοντικές προθέσεις.
Όχι μόνο δεν προτείνονται συγκεκριμένα μέτρα και δράσεις που θα προασπίζουν την Π.Ε. Αιτωλοακαρνανίας από πιθανές επιπτώσεις, αλλά η Μελέτη… κρίνει τις αποφάσεις του ΣτΕ και εκφέρει υπέρ του δέοντος πολιτικές και νομικές απόψεις, κάτι που ξεφεύγει κατά πολύ από τα όρια μίας ορθά διατυπωμένης και με επιστημονικά στοιχεία, περιβαλλοντικής μελέτης.
«Πέρα από όλα αυτά, για εμάς προκύπτει ένα ακόμα ερώτημα: Για ποιο λόγο, 1,5 χρόνο μετά την απόφαση του ΣτΕ το 2020, επανέρχεται εσπευσμένα η συγκεκριμένη μελέτη, όταν ακόμα είναι σε διαβούλευση η αναθεώρηση των Σχεδίων Διαχείρισης Λεκανών Απορροής, που λήγει τέλος του έτους; Επίσης, μπορεί να αρνηθεί κάποιος ότι το συγκεκριμένο έργο έχει άμεση σχέση με την παροχή του Αχελώου και άρα επηρεάζει την Αιτωλοακαρνανία σε όλα τα επίπεδα; Χωρίς να διακατεχόμαστε από καμία ιδιοκτησιακή αντίληψη ως προς την αξιοποίηση των φυσικών πόρων και επιζητώντας μόνο το δίκαιο, το λογικό και το ηθικό, θα σταθούμε απέναντι στη συγκεκριμένη Μελέτη. Και είμαι βέβαιος πως το ίδιο θα κάνουν και όλοι οι φορείς της Δυτικής Ελλάδας, ώστε η φωνή μας να είναι ισχυρή και ενιαία. Δε θα βάλουμε την υπογραφή μας σε ένα σχέδιο με τόσα κενά και το οποίο μπορεί να ανοίξει καταστροφικές κερκόπορτες. Το δικό μας όχι, θα είναι τεκμηριωμένο και δυνατό…» κατέληξε ο κ. Φαρμάκης.