Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος απάντησε στην κριτική που του άσκησε ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης

Την δική του απάντηση δημοσιοποίησε πριν από λίγο ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος, στην κριτική που δέχθηκε από τον Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη. Η Μητρόπολη Ναυπάκτου, έδωσε στη δημοσιότητα την απαντητική επιστολή του κ. Ιερόθερου, στην οποία τονίζει ότι δεν είχε πρόθεση να παραποιήσει το κείμενο του κ. Ιωάννη.

Αναλυτικά η επιστολή έχει ως εξής:

«Σεβασμιώτατον

Μητροπολίτην Περγάμου

κ. Ιωάννην,

Αθήναι

Σεβασμιώτατε,

Έλαβα σήμερα μόλις το από 17-9-2012 γράμμα σας και ευχαριστώ γιατί εκφράσατε με αυτό την άποψή σας. Και είναι σημαντικό να υπάρχη μεταξύ εν Χριστώ αδελφών συνεξήγηση και συζήτηση για θέματα θεολογικού ενδιαφέροντος.

Γιατί, όπως γνωρίζετε, η θεολογία είναι υπόθεση σοβαρή και απαιτείται ενδελεχής μελέτη.

Στο συγκεκριμένο θέμα το οποίο θίγετε, ότι έγινε παραποίηση του κειμένου σας, θα ήθελα να σας βεβαιώσω ότι δεν είχα καμμία πρόθεση να κάνω κάτι τέτοιο.

Βεβαίως, την φράση που επισημαίνετε «η έννοια της βουλήσεως έχει ακριβώς την έννοια της επιλογής» την αποδίδετε στους ανθρώπους, δηλαδή στην δυνατότητα επιλογής που γίνεται από τους ανθρώπους.

Όμως, στο συγκεκριμένο κείμενό μου με ενδιέφερε πολύ και το τονίζω εμφαντικά, ότι η θέληση-βούληση τόσο στον Θεό όσο και στον άνθρωπο συνδέεται με την φύση, είναι όρεξη της φύσεως και όχι του προσώπου, ενώ η προαίρεση, δηλαδή η επιλογή –η οποία δεν υπάρχει στον Θεό, αλλά μόνο στους ανθρώπους– ανήκει στην υπόσταση-πρόσωπο. Αυτό είναι το καίριας σημασίας θέμα, ότι και στους ανθρώπους η βούληση δεν είναι επιλογή, αλλά όρεξη της φύσεώς τους. Η επιλογή συνδέεται με την προαίρεση.

Άλλωστε, η πρόταση με την οποία αρχίζει η συγκεκριμένη παράγραφος του κειμένου μου ερμηνεύει τα επόμενα. Γράφω εκεί: «Αυτό σημαίνει ότι οι απόψεις ορισμένων θεολόγων ότι δήθεν η ελευθερία του προσώπου έχει αξία διότι υπερβαίνει την αναγκαιότητα της φύσης, ότι η φύση συνδέεται με την ανάγκη και η βούληση με το πρόσωπο, δεν μπορούν να έχουν στηρίγματα στην πατερική θεολογία».

Επίσης και η πρόταση η οποία κατακλείει την παράγραφο αυτή ερμηνεύει την πρόθεσή μου. Γράφω: «Και αυτό γιατί οι Πατέρες συνδέουν την θέληση-βούληση με την φύση, οπότε υπάρχει μία θέληση και βούληση στον Θεό, καθώς επίσης εντοπίζουν την διαφορά μεταξύ θέλησης-βούλησης και προαίρεσης. Βεβαίως, άλλο είναι το "θέλειν" και άλλο είναι το "πώς θέλειν"».

Επίσης, μελετώντας κανείς προσεκτικά την ανάλυση την οποία κάνετε του συγκεκριμένου χωρίου του Μ. Αθανασίου, μάλιστα δε σε συνδυασμό με όσα προηγούνται και όσα έπονται αυτού του χωρίου, φαίνεται ότι δημιουργείται ένας προβληματισμός, γιατί εκτός των άλλων, γράφετε: «ένα θέλημα είναι το θέλημα του Θεού γι' αυτό και συνδέεται με την μία φύση Του, με την μία ουσία: "καί έν εστι θέλημα, το εκ Πατρός εν Υιώ". Μπορεί να είναι ένα, αλλά δεν είναι χαρακτηριστικό της ουσίας. Μπορεί να είναι χαρακτηριστικό της ουσίας, αλλά δεν προέρχεται εκ της ουσίας» (δική μου υπογράμμιση).

Μέ βάση το παραπάνω κείμενο και επειδή θίξατε το ζήτημα της μεθόδου και μόνον, αντιστοίχως οφείλω να ομολογήσω ότι η συγκεκριμένη ερμηνευτική σας μέθοδος υπερβαίνει τα όρια του πατερικού πλαισίου, με την έννοια ότι οι Πατέρες δεν ήθελαν να κατοχυρώσουν την «ελευθερία του προσώπου έναντι στην αναγκαιότητα της φύσεως», πράγματα τα οποία εσείς θεωρείτε πολύ σημαντικά.

Ωστόσο, ως Επίσκοπος αντιμετωπίζω τις συνέπειες μιας τέτοιας ερμηνευτικής μεταφοράς στο σήμερα, η οποία έχει πολύ συγκεκριμένες ποιμαντικές συνέπειες, οι οποίες ενδεχομένως υπερβαίνουν τις προθέσεις σας. Μπορώ να αναφέρω ένα τέτοιο  χαρακτηριστικό παράδειγμα, δηλαδή την υποτίμηση της ησυχαστικής παραδόσεως, σε έναν βαθμό, ως ακυρωτικού της θρυλουμένης «ελευθερίας του προσώπου».

Μπορώ, λοιπόν, να αγνοήσω τέτοιες θέσεις, οι οποίες συχνά ερείδονται σε δικές σας ερμηνευτικές υπερβάσεις του πατερικού ιστορικοδογματικού πλαισίου για χάρη μας υπαρξιακής μεταφοράς στο σήμερα, έστω και αν αυτό δεν αφορά τις δικές σας αφετηριακές προθέσεις;

Δεν νομίζετε ότι ως Επίσκοπος έχω χρέος να υπομνήσω κυρίως τί είπαν οι ίδιοι οι άγιοι Πατέρες και όχι πρωτίστως να τους μεταγράψω στο σήμερα, ειδικά μάλιστα όταν μια τέτοια μεταγραφή κομίζει βλαβερές πνευματικά προεκτάσεις, όπως αυτές που προανέφερα;

Πάντως, σε βιβλίο μου το οποίο θα δημοσιευθή λίαν προσεχώς, εντός του Οκτωβρίου, συμπεριλαμβάνεται και εκτενές κεφάλαιο, το οποίο αναφέρεται στο θέμα του προσώπου, της θελήσεως-βουλήσεως και της ελευθερίας του προσώπου.

Εξ άλλου, η παρατήρησή σας για την λανθασμένη παραπομπή σε τίτλο και σε σελίδα δεν συνιστά κάποια αβλεψία μου, γιατί έτσι έφθασαν στα χέρια μου οι σημειώσεις σας από τις παραδόσεις σας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Δεν γνωρίζω που μπορώ να το αποδώσω.

Όσον αφορά τα περί «τού επισήμου θεολογικού διαλόγου μετά των Ρωμαιοκαθολικών» σας έχω αποστείλει τις απόψεις μου με επιστολή τον Οκτώβριο 2009, δεν έχω λάβει απάντησή σας, αλλά μπορείτε να την δημοσιοποιήσετε. Δεν γνωρίζω, όμως, γιατί εμπλέκετε τα θέματα. Άν το επιθυμήτε, έχετε την δυνατότητα να απαντήσετε σε αυτούς που θεωρείτε ότι σας αδικούν.

Πάντως, Σεβασμιώτατε, θέλω να με πιστέψετε, δεν είχα πρόθεση να σας χαρακτηρίσω αιρετικό, όπως σαφώς υπονοείτε, παραθέτοντας κείμενο του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, παρά το ότι έχω επισημάνει απόψεις σας που διαφοροποιούνται από την πατερική διδασκαλία, καί, βεβαίως, αφήνω ασχολίαστα τα περί «μωρού» και «γεένης», γιατί δεν ανήκουν στην αρμοδιότητά μου.

Με την εν Χριστώ αγάπη

+ Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος»