Σοκ από την εκτίμηση ότι οι υψηλές τιμές ενέργειας ήρθαν για να μείνουν

Με υψηλές τιμές φυσικού αερίου και ρεύματος θα πρέπει να μάθουν να ζουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις της Ευρώπης, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που αποτυπώνονται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού. 

Η έκθεση της Επιτροπής διαπιστώνει ότι «οι τυπικές τιμές δεκαετίας (στην περιοχή των 15-25 ευρώ/MWh) δεν είναι πιθανό να επιστρέψουν στα επόμενα δύο-τρία χρόνια», όπως αναφέρει ρεπορτάζ της Χρύσας Λιάγγου στην Καθημερινή.

Οσον αφορά μάλιστα τις τιμές λιανικής φυσικού αερίου, εκτιμά ότι τους επόμενους μήνες αναμένεται περαιτέρω αύξηση, καθώς δεν έχουν μετακυλιστεί στην κατανάλωση οι υψηλές τιμές του τέταρτου τριμήνου 2021.

Αντίστοιχα θα κινηθούν και οι τιμές ηλεκτρισμού, οι οποίες επηρεάζονται από τις τιμές φυσικού αερίου και τις τιμές των CO2, η μέση τιμή των οποίων διαμορφώθηκε στο τρίτο τρίμηνο στα 57 ευρώ/τόνος, σημειώνοντας ετήσια αύξηση 169%.

Η μέση χονδρεμπορική τιμή ρεύματος στην Ευρώπη διαμορφώθηκε στα 105 ευρώ/MWh, καταγράφοντας ετήσια αύξηση 211%. Ακριβότερη αγορά στο γ΄ τρίμηνο αναδείχθηκε η Ιρλανδία με μέση τιμή 157 ευρώ/MWh, δεύτερη το Ηνωμένο Βασίλειο με τιμή 152 ευρώ/MWh και τρίτη η Ιταλία με τιμή 125 ευρώ/MWh. Aκολουθεί η Ελλάδα με τιμή 119,4 ευρώ/MWh και οι χώρες της Ιβηρικής χερσονήσου με λίγο πάνω από τα 118 ευρώ/MWh.

Η Ελλάδα, σύμφωνα με την έκθεση, είναι η μόνη χώρα στην Ε.Ε. στην οποία η ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο αυξήθηκε κατά 24%, την ώρα που σε όλες τις άλλες χώρες μειώθηκε προς αντιστάθμιση του υψηλού κόστους και μάλιστα σε κάποιες με εντυπωσιακά ποσοστά, όπως στην Ολλανδία κατά 49%, στη Γαλλία κατά 46%, στη Γερμανία κατά 30% και στην Ισπανία κατά 21%.

Επίσης, είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη αύξηση λιγνιτικής παραγωγής, 53% σε επίπεδο έτους, μεταξύ των συνολικά έξι χωρών που αύξησαν την παραγωγή από άνθρακα.

Τα στοιχεία πιστοποιούν τα προβλήματα επάρκειας της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού και την υψηλή εξάρτησή της από το εισαγόμενο φυσικό αέριο, που σε περιόδους κρίσης, όταν οι καιρικές συνθήκες δεν ευνοούν την παραγωγή των ΑΠΕ, καθιστούν απαραίτητη τη λιγνιτική παραγωγή, η οποία όμως, λόγω του εμπροσθοβαρούς προγράμματος απολιγνιτοποίησης της ΔΕΗ και της συνακόλουθης απαξίωσης των μονάδων, καθίσταται όλο και πιο ακριβή.

Το ελληνικό σύστημα δεν κατάφερε να αξιοποιήσει και το πλεονέκτημα της χρήσης του λιγνίτη, η παραγωγή του οποίου σε άλλες χώρες κατέστη οικονομικότερη από αυτή του φυσικού αερίου, αφού το λειτουργικό κόστος των μονάδων της ΔΕΗ παρέμεινε υψηλό, αποτέλεσμα και της απαξίωσής τους ενόψει του προγράμματος απολιγνιτοποίησης.

 

Πηγή: 
http://molonoti.gr

Δείτε επίσης