Ένα θρίλερ ετών για τη μεταρρύθμιση των κανόνων μετανάστευσης και ασύλου στην Ευρωπαϊκή Ένωση τελείωσε, καθώς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπερψήφισε το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου.
Το νέο αυτό Σύμφωνο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια επική μάχη μάχη ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς χρειάστηκαν περίπου τέσσερα χρόνια σκληρών διαπραγματεύσεων μετά τη συμφωνία της «άνω βουλής» της ΕΕ, ήτοι του Συμβουλίου της ΕΕ (σ.σ. τα κράτη-μέλη της ΕΕ), ώστε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η «κάτω βουλή» της ΕΕ, να το εγκρίνει.
Το «Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο», που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Σεπτέμβριο του 2020, προκειμένου να ενισχυθεί ο έλεγχος στο εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, προκάλεσε μια άνευ προηγούμενου διαμάχη στην Ένωση και ένα πολιτικό και διπλωματικό θρίλερ, ώστε να εγκριθεί μόλις δύο μήνες πριν τις ευρωπαϊκές εκλογές. Ο λόγος ήταν ότι, αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν υπερψήφιζε απόψε το νέο αυτό Σύμφωνο, θα έπρεπε να περάσει από τη νέα σύνθεση του Σώματος -που, σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, θα αποτελείται από περισσότερους ακροδεξιούς και ενδεχομένως ακροαριστερούς ευρωβουλευτες.
Αυτό το νέο «Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο» ενισχύει τους ελέγχους στις αφίξεις στα σύνορα των 27 κρατών-μελών και δημιουργεί ένα σύστημα αλληλεγγύης. Για παράδειγμα, τα κράτη-μέλη πρώτης υποδοχής, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία, θα πρέπει να ενισχύσουν τους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ και τα κράτη-μέλη της κεντρικής και βόρειας ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία ή το Λουξεμβούργο, θα πρέπει να δέχονται έναν συγκεκριμένο αριθμό μεταναστών, ή να καταβάλουν χρήματα στα κράτη-μέλη πρώτης γραμμής.
Πιο συγκεκριμένα, στο νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης, κομβική θεωρείται η καθιέρωση της υποχρεωτικής αλληλεγγύης, με βάση την οποία όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να συνεισφέρουν στη διαχείριση του μεταναστευτικού, είτε οικονομικά είτε φιλοξενώντας μετανάστες, είτε παρέχοντας επιχειρησιακή υποστήριξη.
Το 2016 και το 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε ένα ολοκληρωμένο κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο για τη διαχείριση της μετανάστευσης και του ασύλου.
Στις 20 Δεκεμβρίου 2023, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατέληξαν σε συμφωνία για τους πέντε βασικούς κανονισμούς:
- Νέος κανονισμός σχετικά με τη διαχείριση του ασύλου και της μετανάστευσης
- Νέους κανόνες που διέπουν καταστάσεις μεταναστευτικής κρίσης και περιπτώσεις ανωτέρας βίας
- Μια ενημέρωση στη βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων
- Νέος κανονισμός για το φιλτράρισμα
- Κοινή διαδικασία ασύλου
Στις 8 Φεβρουαρίου 2024, εκπρόσωποι των κρατών-μελών της ΕΕ ενέκριναν τις τρεις νομοθετικές πράξεις που είχαν ήδη συμφωνηθεί μεταξύ του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου το 2022:
- Ενιαίοι κανόνες για τις αιτήσεις ασύλου
- Καλύτερες συνθήκες υποδοχής
- Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την επανεγκατάσταση
Το πολιτικό και διπλωματικό θρίλερ
Μόλις δύο μήνες πριν τις ευρωπαϊκές εκλογές, όλες σχεδόν οι πολιτικές ομάδες του ΕΚ προέβαλαν σημαντικές ενστάσεις. Ο λόγος; Παρ' όλο που οι μεγαλύτερες πολιτικές ομάδες, όπως το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Φιλελεύθεροι συμφωνούσαν κατ' αρχάς για το νέο αυτό Σύμφωνο, ορισμένες εθνικές αντιπροσωπείες είχαν αντίθετη άποψη, καθώς οι συγκεκριμένοι ευρωβουλευτές θα πρέπει σε λίγες εβδομάδες να διεκδικήσουν την ψήφο των πολιτων τους. Σε ένα ζήτημα, όπως αυτό της μετανάστευσης, το οποίο, παρ' όλο άπαντες στην ΕΕ γνωρίζουν ότι χρειάζεται κοινή ευρωπαϊκή λύση, σχεδόν ουδείς την επιθυμεί.
Σχεδόν άπασες οι πολιτικές ομάδες του ΕΚ είχαν να επιλέξουν ανάμεσα σε «Ευρώπη-φρούριο» και σε μία Ευρώπη πολύ πιο θετική στην αποδοχή μεταναστών. Και φυσικά διαφωνούσαν, σχεδόν, όλοι με όλους.
Ορισμένοι ευρωβουλευτές μεταξύ των Σοσιαλιστών και των Δημοκρατών, όπως οι Ιταλοί του Partito Democratico, αντιτίθενται στο νέο Σύμφωνο, διότι η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι το υποστηρίζει. Οι Σοσιαλδημοκράτες και η Δεξιά της Γαλλίας διαφωνούν επειδή το υποστηρίζουν οι Φιλελεύθεροι του Εμανουέλ Μακρόν. Και οι ακροδεξιά και η Αριστερά του ΕΚ εξέφρασαν τις αντιρρήσεις τους, καθώς δεν θέλουν να βρεθεί λύση για το μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα της ΕΕ, ιδίως δύο μόλις μήνες πριν τις ευρωπαϊκές εκλογές.
Ωστόσο, προβλήματα υπήρξαν και εντός του Ευρωπαϊκού Λαικού Κόμματος, καθώς οι Πολωνοί ευρωβουλευτές είχαν εκφράσει την πρόθεσή τους να καταψηφίσουν ή να απέχουν από το ψήφισμα και, σύμφωνα με πληροφορίες, ο προεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν συνομίλησε με τον Πολωνό πρωθυπουργό Ντόναλντ Τουσκ, αργά το βράδυ, ώστε να βρεθεί μια κοινή θέση.
Σε μια προσπάθεια να μην καταρρεύσει στην αρχή η ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατατέθηκε πρόταση για την αλλαγή στη σειρά ψηφοφορίας των κειμένων, ώστε εάν οι ευρωβουλευτές καταψήφιζαν τα πιο δύσκολα εξ αυτών, να ακυρώνονταν οι επόμενες ψηφοφορίες.