Μια ερευνητική ομάδα στο πανεπιστήμιο της Hiroshima παρατήρησε έναν πιθανό νέο «στόχο», τον κυτταρικό υποδοχέα (REV-ERBs) για τη θεραπεία του χρόνιου πόνου. Σε μελέτη που διεξήγαγαν διαπιστώθηκε, ότι η χρήση αυτού του υποδοχέα θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων, πιο αποτελεσματικών φαρμάκων για τη θεραπεία ανακούφισης του χρόνιου πόνου.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι συνθήκες που προκαλούν χρόνιο πόνο μπορεί να είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν. Σε αυτές περιλαμβάνονται η ισχιαλγία, ο καρκίνος και τη ρευματοειδής αρθρίτιδα.
Οι μηχανισμοί χρόνιου πόνου είναι πολύπλοκοι, γεγονός που αποτελεί έναν από τους λόγους για τους οποίους η διαχείριση του πόνου είναι τόσο δύσκολη, εξηγεί ο καθηγητής Normimitsu Morioka του Τμήματος Φαρμακολογίας, Μεταπτυχιακό Τμήμα Βιοϊατρικών και Επιστημών Υγείας του Πανεπιστημίου της Hiroshima.
Αυτή η δυσκολία μειώνει την ποιότητα ζωής των ασθενών, που σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να υποφέρει από συνεχή πόνο με ελάχιστη ή καθόλου ανακούφιση.
Τα φάρμακα ανακούφισης του πόνου είναι γενικής χρήσης και είναι συχνά αναποτελεσματικά. Ακόμη και η μορφίνη, πιθανώς το καλύτερο παυσίπονο σύμφωνα με τον βοηθό καθηγητή Yoki Nakamura, επίσης του Τμήματος Φαρμακολογίας, μπορεί να αποτύχει να αναστείλει τον πόνο σε καρκινοπαθείς.
HIROSHIMA UNIVERSITY/PROFESSOR MORIOKA
Όπως λέει ο καθηγητής, ο αυξανόμενος αριθμός ατόμων που πάσχουν από χρόνιο πόνο σημαίνει ότι η καθιέρωση νέων θεραπευτικών είναι επείγουσα και, ως εκ τούτου, τα αποτελέσματα αυτών των τύπων μελετών μπορούν να έχουν σημαντικές συνέπειες στην υγειονομική περίθαλψη για αυτούς τους ασθενείς.
Προηγούμενη έρευνα είχε δείξει ότι η ενεργοποίηση ενός τύπου κυτταρικού υποδοχέα (REV-ERBs) που στέλνει χημικά σήματα μέσα στο κύτταρο για να εμποδίσει την παραγωγή ορισμένων γονιδίων ρυθμίζει μόρια που προκαλούν πόνους και φλεγμονές μέσα στο σώμα.
Μια τέτοια έρευνα έδειξε ότι ένα μόριο που χρησιμοποιήθηκε για να «ενεργοποιήσει» τα REV-ERBs είχε μειώσει την παραγωγή φλεγμονωδών μορίων σε ανοσοκύτταρα αλλά, κανείς δεν έλεγξε την επίδραση του αναστολέα του REV-ERB σε διεγερτικές συμπεριφορές [αντιδράσεις πόνου] ή χρόνιο πόνο, έτσι ώστε πρώτα να ελεγχθεί η επίδραση του αγωνιστή REV-ERBs στον χρόνιο πόνο, όπως εξηγεί ο καθηγητής Nakamura.
Μέχρι τώρα, η έρευνα εστίαζε κάθε φορά σε μόνο έναν τύπο πόνου , γι αυτό, η ομάδα του καθηγητή εφάρμοσε αυτή τη γνώση για να προσδιορίσει εάν η ενεργοποίηση του πυρηνικού υποδοχέα REV-ERB σε εξειδικευμένα κύτταρα του νωτιαίου μυελού (αστροκύτταρα) έχει ως αποτέλεσμα την ανακούφιση πόνου σε ποντίκια. Η ομάδα χρησιμοποίησε ποντίκια με διαφορετικά επίπεδα ευαισθησίας στον πόνο με μόρια που ενεργοποίησαν τα REV-ERB.
Τα μόρια που μελετήθηκαν μπορούν να βρεθούν εύκολα στα σημερινά φάρμακα ανακούφισης του πόνου, σύμφωνα με την ομάδα.
Για να ελέγξουν αν υπήρξε αξιοσημείωτη επίδραση στον πόνο, οι ερευνητές «άγγιξαν» τα ποντίκια με ένα νήμα στο πίσω πόδι τους και ο πόνος καταγράφηκε όταν τα ποντίκια πήραν το πόδι τους μακριά από το νήμα.
Τα ελαφρά «τσιμπήματα» που έγιναν από ποντικούς με χρόνιο πόνο έδειξαν ότι αντιδρούν, ενώ οι ποντικοί που δεν είχαν χρόνιο πόνο κινήθηκαν μόνο όταν αυξήθηκε η δύναμη.
Τα ποντίκια με χρόνιο πόνο όταν υποβλήθηκαν σε θεραπεία με διεγέρτη REV-ERBs δεν αντέδρασαν στα ελαφρά «τσιμπήματα» (ανάλογα με τον τύπο του χρόνιου πόνου που είχαν).
Μέσω αυτών των παρατηρήσεων, η ερευνητική ομάδα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν αισθάνθηκαν τόσο πολύ πόνο όσο τα μη υποβληθέντα σε θεραπεία ποντίκια με τον ίδιο τύπο χρόνιου πόνου.
Με βάση αυτά τα αποτελέσματα, οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτό τα νέο εύρημα για την ανακούφιση από τον πόνο θα μπορούσε να ωφελήσει πολλούς τύπους χρόνιων παθολογικών πόνων και σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν περαιτέρω πειράματα έρευνας και ανίχνευσης με στόχο την ανάπτυξη νέων φαρμάκων για την ανακούφιση του χρόνου πόνου.