Covid-19: Η ασθένεια Χ που κανείς δεν μπορεί ακόμη να προβλέψει που θα φθάσει

Πριν από μερικά χρόνια, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δημοσίευσε έναν κατάλογο παθογόνων μικροοργανισμών, οι οποίοι χρήζουν επείγουσας επιστημονικής προσοχής.

Όλοι ήταν ιοί, για κανέναν δεν υπήρχε γνωστή θεραπεία ούτε εμβόλιο και όλοι θα μπορούσαν να προκαλέσουν πανδημίες και να στοιχίζουν τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων, όπως συνέβη με τον Έμπολα.

Στη λίστα αυτή με τους ιογενείς κινδύνους, έπειτα από πολλή μελέτη και συζήτηση, ο ΠΟΥ αποφάσισε να προσθέσει έναν ακόμη: την ασθένεια X.

Η ασθένεια X αναφερόταν στη «σοβαρή διεθνή επιδημία που προκαλείται από άγνωστο έως σήμερα παθογόνο», σύμφωνα με τον ΠΟΥ.

Η ανθρωπότητα θα έπρεπε τώρα να εργάζεται για να αναζητήσει και να αντιμετωπίσει τέτοιες μυστηριώδεις ασθένειες, αν και υποτίθεται ότι για κάποιο χρονικό διάστημα θα παρέμεναν μακρινές απειλές.  

Με τη αιφνίδια εμφάνιση του Covid-19, ο οποίος φέρει τα περισσότερα χαρακτηριστικά της ασθένειας Χ - την ταχύτατη εξάπλωση και τις παράπλευρες απώλειες στον τουρισμό και τις αλυσίδες εφοδιασμού - η δήθεν μακρινή απειλή έγινε άμεσος κίνδυνος.

Ο Covid-19 προκλήθηκε από έναν ιό για τον οποίο δεν υπάρχει ούτε θεραπεία ούτε εμβόλιο και έχει ήδη εξαπλωθεί σε 25 χώρες από τη μέρα που εμφανίστηκε στη Βουχάν, στην κεντρική Κίνα, πριν από περίπου δύο μήνες.

Τα ζητήματα αυτά είχε θέσει πριν από καιρό ο Αμερικανός δισεκατομμυριούχος και φιλάνθρωπος Μπιλ Γκέιτς.

«Δεδομένης της συνεχούς εμφάνισης νέων παθογόνων και της συνεχώς αυξανόμενης σύνδεσης του κόσμου μας, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να υπάρξει μια μεγάλη και θανατηφόρα πανδημία στη ζωή μας», είχε προειδοποιήσει ο Γκέιτς επισημαίνοντας ότι μία τέτοια θανατηφόρα νόσος θα έχει τον αντίκτυπο ενός πυρηνικού πολέμου.

Ως απάντηση στην απειλή αυτή, ο Γκέιτς πρότεινε την αποθήκευση αντιικών φαρμάκων και την εντατική ανάπτυξη θεραπειών.

Την ίδια ακριβώς προσέγγιση στηρίζουν και άλλοι ειδικοί, οι οποίοι τονίζουν ότι ενώ οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Ε.Ε. έχουν ισχυρές, καλά χρηματοδοτούμενες υπηρεσίες υγείας, οι φτωχότερες χώρες στην Αφρική και την Ασία - όπου είναι πιθανότερο να εμφανιστούν νέα κρούσματα  – έχουν συχνά ανεπαρκώς χρηματοδοτούμενες υπηρεσίες, έτοιμες να καταρρεύσουν.

«Ο Covid-19 δεν πρόκειται να είναι η τελευταία επιδημία μίας ασθένειας άγνωστης μέχρι σήμερα», επισημαίνει στην «Observer» η καθηγήτρια Τρούντι Λανγκ από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

«Πρέπει να ενισχύσουμε τις ερευνητικές ικανότητες των εθνών όπου εμφανίζονται νέες ασθένειες, αλλά οι οποίες έχουν σήμερα τη φτωχότερη ικανότητα να ανταποκρίνονται στην εμφάνιση αυτών των ιών», υπογραμμίζει.

Πολλές πρωτοβουλίες του ΠΟΥ αποσκοπούν στην παροχή βελτιωμένων δικτύων υγείας σε αυτές τις χώρες, προσθέτει η Λανγκ, αλλά χρειάζεται να γίνουν ακόμη πολλά. «Πρέπει να αδράξουμε τη στιγμή», τονίζει.

Μια άλλη πτυχή του προβλήματος επισημάνθηκε την περασμένη εβδομάδα από τον ΠΟΥ, όταν αποκάλυψε ότι οι περισσότερες χώρες στην Αφρική δεν έχουν τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στον Covid-19.

Ωστόσο, η επιρροή της Κίνας στην Αφρική είναι ισχυρή και πολλοί φοβούνται ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να εισέλθει ο ιός στα αφρικανικά κράτη. Εάν δεν ανιχνευθεί εγκαίρως, δεν αποκλείεται να μετατραπεί σε νέο κέντρο της επιδημίας.

Το πρόβλημα τονίστηκε την περασμένη εβδομάδα από τον γενικό διευθυντή του ΠΟΥ Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεέσους. «Ο μεγαλύτερος φόβος μας παραμένει η ζημιά που θα μπορούσε να κάνει ο νέος κοροναϊός σε μια χώρα όπως η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό», τόνισε. Την Παρασκευή ένα νέο επιβεβαιωμένο κρούσμα καταγράφηκε στην Αίγυπτο.

Σύμφωνα με τη Λανγκ, το κλειδί στο πρόβλημα βρίσκεται στην έγκαιρη  διάγνωση. Προς το παρόν, τα δείγματα σιέλου μεταφέρονται σε εργαστήρια όπου εξετάζονται,

«Αυτό που πραγματικά χρειάζεται ο κόσμος είναι μία απλή διαγνωστική μέθοδος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από έναν εργαζόμενο στον τομέα της υγείας και δεν απαιτεί την αποστολή δειγμάτων στα κεντρικά εργαστήρια. Τότε μπορούμε να έχουμε ένα μέτρο για το πόσο γρήγορα εντοπίζεται μια ασθένεια όπως ο  Covid-19».

Μένει να δούμε αν η ασθένεια θα περιοριστεί στην εξάπλωσή της, σημειώνει επίσης ο καθηγητής Μαρκ Γουλχάουζ από το Πανεπιστήμιο  του Εδιμβούργου.

«Υπάρχουν τόσα πολλά άγνωστα στοιχεία για την επιδημία αυτή. Για παράδειγμα, δεν γνωρίζουμε ακόμη πόσο μολυσματικοί είναι οι ασθενείς προτού παρουσιάσουν συμπτώματα», τονίζει ο Γουλχάουζ για να εξηγήσει ότι ο παράγοντας αυτός καθιστά αδύνατο να προβλέψουμε τι πρόκειται να συμβεί.

 

Πηγή: 
http://molonoti.gr

Δείτε επίσης